«Χωρίον και έδρα κοινότητος της επαρχίας Δομοκού, του νόμου Φθιώτιδος. Είναι κτισμένον επί των ερειπίων των αρχαίων Θαυμακών, διότι ανευρέθησαν και ανευρίσκονται πολλά αξιόλογα αρχαία μνημεία και εις τους πρόποδας του Ναρθακίου και της Όρθυος. Έχει 343 (το 1971) κατοίκους, κείται εις υψόμετρον 240 μ. και έχει έκτασιν 10 τετρ. χιλιομέτρων, εκ της οποίας τα οκτώ είναι πεδιάς, τα δε υπόλοιπα ορεινή περιοχή, βοσκοτόπια. Ελέγετο άλλοτε Σκάρμιτσα. Απέχει του Δομοκού περί τα τρία χιλιόμετρα. Σήμερα έχει 3 εκκλησίες , ,σχολείον, τηλέφωνον, ύδρευσιν, ηλεκτροφωτισμόν και αμώνυμον σιδηροδρομικόν σταθμόν. Το χωρίον απηλευθερώθη από τους Τούρκους τον Αύγουστον του 1881 κατόπιν της Βερολινείου συνθήκης, οπότε απηλευθερώθη και ολόκληρος η Θεσσαλία. Επί τουρκοκρατίας υπήρχε και Επισκοπή Θαυμακών, η οποία συνεχωνεύθη το 1900 εις την μητρόπολιν Λαρίσης. Τελευταίος επίσκοπος ήτο ο Μιχαήλ. Την 30ήν Απριλίου 1954 Ισχυρός σεισμός 4 δευτερολέπτων και εντάσεως 7 ρίχτερ, κατέστρεψεν τελείως το χωρίον, που ανοικοδομήθη ταχέως με την συνδρομήν του κράτους και δια προσωπικής εργασίας και ατομικών χρημάτων των κατοίκων. Εις τον περίβολον της εκκλησίας, της ευρισκομένης εις το κέντρον του χωρίου, προς το βόρειον αυτής μέρος, ευρίσκονται δύο μεγάλοι στρογγυλοί λευκοί μαρμάρινοι κίονες που μετεφέρθησαν εκεί όπως διηγούνται οι παλαιότεροι, από τους ανατολικώς του χωρίου ευρισκομένους υδρόμυλους. Οι υδρόμυλοι ούτοι είναι κτισμένοι επί των ερειπίων των Θαυμακών και απέχουν από το σημερινόν χωρίον περί το χιλιόμετρον. Εκεί ύπήρχεν και ο ναός της Θεάς Αρτέμιδος, όπως αναφέρεται υπό Στεφάνου του Βυζαντίου σελίς 329 και παρ. Ομήρω (Ίλ. Β. 716). Εις το κέντρον του χωρίου, όπου ευρίσκεται η κεντρική βρύση, υπάρχει παλαιόν σπήλαιον βάθους 7 περίπου μέτρων, στο οποίον ευρέθησαν παλαιά εικονίσματα και αρχαία νομίσματα. Την 20ήν Νοεμβρίου 1971, συνεργείον του Δημοσίου, διενεργούν διεύρυνσιν της αμαξιτής οδού: Δομοκού- Θαυμακού- Λεωνταρίου Καρδίτσης, προς ασφαλτόστρωσιν, εις την στροφήν προς Βελεσσιώτες και κάτωθι του σιδηροδρομικού σταθμού Θαυμακού, ανέσυρεν πολλούς λευκούς και χρωματιστούς αρχαίους κίονας με αετώματα κλπ. ως και το δάπεδον και τα θεμέλια ενός βυζαντινoύ ναού.
Νοτίως του χωρίου υπάρχει παλαιά μονή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, που κοινώς ωνομάζετο Τσατάλι, διότι ευρίσκεται μεταξύ δυο χειμάρρων. Η μονή αυτή επί Τουρκοκρατίας, ευρίσκετο εις μεγάλην ακμήν) είχε μεγάλα αγροκτήματα και ποίμνια και ήτο μετόχιον της ιεράς μονής Αγίων Ασωμάτων της οδού Ερμού Αθηνών. Εκάη και κατεστράφη πολλάκις υπό των Τούρκων, διότι ήτο κρησφύγετον των αρματολών και κλεφτών, τους οποίους συνετήρει επί πολλά έτη. Κατά το 1941 εκρύπτοντο εκεί Άγγλοι στρατιώται.
Νοτίως του χωρίου υπάρχει παλαιά μονή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, που κοινώς ωνομάζετο Τσατάλι, διότι ευρίσκεται μεταξύ δυο χειμάρρων. Η μονή αυτή επί Τουρκοκρατίας, ευρίσκετο εις μεγάλην ακμήν) είχε μεγάλα αγροκτήματα και ποίμνια και ήτο μετόχιον της ιεράς μονής Αγίων Ασωμάτων της οδού Ερμού Αθηνών. Εκάη και κατεστράφη πολλάκις υπό των Τούρκων, διότι ήτο κρησφύγετον των αρματολών και κλεφτών, τους οποίους συνετήρει επί πολλά έτη. Κατά το 1941 εκρύπτοντο εκεί Άγγλοι στρατιώται.
Νοτιοανατολικώς του χωρίου περί τα δύο χιλιόμετρα και εις τα όρια Θαυμακού - Δομοκού Πουρναρίου, υπάρχει η μεγάλη πηγή του Μυλαυλάκου, η οποία ευρίσκεται άνωθεν των αρχαίων Θαυμακών και παρά της οποίας εκινούντο παλαιότερον 7 υδρόμυλοι και εποτίζετο ο κάμπος του Θαυμακού που παρήγαγε τα φημισμένα πεπόνια, βαμβάκια, και άλλα κηπευτικά και δενδροκομικά προϊόντα.
Κατά το 1925 οι τότε Σ.Ε.Κ. απηλλοτρίωσαν το 1/1Ο του νερού τούτου προς χρήσιν των εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν Δομοκού. Ως συμπλήρωμα της δοθείσης αποζημιώσεως, και δια το συμφέρον όλων ίδρυσαν εντός του χωρίου τούτου, ομώνυμον σιδηροδρομικόν σταθμόν, τοποθετήσαντες μάλιστα και ως πρώτον σταθμάρχην ένα εκ του χωρίου τούτου καταγόμενον, που ονόμασε τον νεοϊδρυθέντα τούτον σταθμόν Θαυμακόν, εξ αυτού δε ονομάσθη και το χωρίον Θαυμακός. Από το νερό αυτό του μυλαυλάκου (των μύλων) του Θαυμακού, υδρεύονται σήμερον 4 κοινότητες του κάμπου».
Κατά το 1925 οι τότε Σ.Ε.Κ. απηλλοτρίωσαν το 1/1Ο του νερού τούτου προς χρήσιν των εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν Δομοκού. Ως συμπλήρωμα της δοθείσης αποζημιώσεως, και δια το συμφέρον όλων ίδρυσαν εντός του χωρίου τούτου, ομώνυμον σιδηροδρομικόν σταθμόν, τοποθετήσαντες μάλιστα και ως πρώτον σταθμάρχην ένα εκ του χωρίου τούτου καταγόμενον, που ονόμασε τον νεοϊδρυθέντα τούτον σταθμόν Θαυμακόν, εξ αυτού δε ονομάσθη και το χωρίον Θαυμακός. Από το νερό αυτό του μυλαυλάκου (των μύλων) του Θαυμακού, υδρεύονται σήμερον 4 κοινότητες του κάμπου».