Τουρκοκρατία & Νεότεροι Χρόνοι (1423 - 1881)
Η παρουσία των Τούρκων στη Θεσσαλία και στην περιοχή μας σημειώνεται από το τέλος του 14ου αιώνα, όταν ο σουλτάνος Βαγιαζήτ πέρασε στην Ευρώπη το 1393 και από τη Μακεδονία κατέβηκε στη Θεσσαλία.
Η κατάληψη του Δομοκού και των Φαρσάλων από τον Βαγιαζήτ Α΄ (τέλη 1393) έγινε την ώρα που έλειπε ο τοπικός ηγεμόνας πιγκέρνης (τίτλος βυζαντινού αξιωματούχου ή μέλος οικογένειας των Επικερναίων) και οι κάτοικοι συνθηκολόγησαν.
Οριστικά την κατέλαβε ο Μουράτ Β' το 1423 και εγκατέστησε 5.000 - 6.000 «φίλεργους εμπειροπόλεμους χωρικούς» από το Ικόνιο της Μικράς Ασίας για να καλλιεργούν τη γη. Οι Θεσσαλοί δοκιμάστηκαν από την καταπίεση των Τούρκων. Πολλοί αναγκάστηκαν να καταφύγουν στις δυσπρόσιτες άγονες ορεινές περιοχές του Πηλίου και των Αγράφων, εγκαταλείποντας την εύφορη πεδιάδα, όπου η ζωή των αγροτών ήταν αβάσταχτη, καθώς η σχέση με τους γαιοκτήμονες ήταν δουλοπαροικιακή, όπως στην αρχαιότητα των πενεστών. Οι ίδιοι και τα παιδιά τους εργάζονταν υποχρεωτικά στο ίδιο τιμάριο και πλήρωναν φόρους νόμιμους και αυθαίρετους. Οι πλημμύρες, οι φτωχές σε παραγωγή χρονιές και η ελονοσία συμπλήρωναν την εξαθλίωση.
Οι Τούρκοι για να εξασφαλίσουν την τάξη ίδρυσαν στα θεσσαλικά Άγραφα το πρώτο αρματολίκι, θεσμός που στα μέσα του 15ου αιώνα καθιερώθηκε σε όλη την περιοχή των Βαλκανίων. Με τη Συνθήκη του Ταμασίου εξάλλου, που υπογράφηκε στην ομώνυμη θέση της περιοχής της Καρδίτσας και συμμετείχαν αντιπρόσωποι από την περιοχή του Δομοκού , το 1525 χορηγήθηκαν προνόμια στους κατοίκους των Αγράφων, όπου απαγορευόταν η εγκατάσταση Τούρκων - εκτός από το Φανάρι - επιτρεπόταν η ελεύθερη επικοινωνία με την πεδιάδα.
Κατά την Επανάσταση του 1821 στη Θεσσαλία, παρ' ότι ήταν συγκεντρωμένες ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις στη Λάρισα και τα Τρίκαλα, τα χωριό του Πηλίου και το Τρίκερι επαναστάτησαν στις αρχές Μαΐου 1821 αλλά η επανάσταση πνίγηκε στο αίμα από το Δράμαλη το 1822. Στην περιοχή του Δομοκού ο επίσημος Οπλαρχηγός Δυοβουνιώτης κήρυξε την επανάσταση στις 13 Απριλίου 1821. Άκαρπη απέβη και η προσπάθεια αναζωπύρωσης το 1823. Σημαντική όμως υπήρξε η συμμετοχή των Αγωνιστών από την ευρύτερη περιοχή στους αγώνες στη Στερεά και την Πελοπόννησο (από Καΐτσα, Δρανίστα, Δερβέν Φούρκα κλπ.). Παρόντες ήταν και στις εθνικές συνελεύσεις.
Η Θεσσαλία και η περιοχή του Δομοκού, έμεινε έξω από τα σύνορα του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Λίγα χρόνια αργότερα. το 1841, στη διάρκεια του Τουρκοαιγυπτιακού πολέμου, Κρήτη και Θεσσαλία επαναστάτησαν χωρίς αποτέλεσμα. Νέο επαναστατικό κίνημα εκδηλώθηκε το 1854 στη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου, όταν ο ελληνισμός πίστεψε πως είχε έρθει η κατάλληλη στιγμή. Μακεδονία. Ήπειρος και Θεσσαλία ξεσηκώθηκαν. Τον αγώνα άρχισαν 300 Μακεδόνες με επικεφαλής το Θεόδωρο Ζιάκα. Τους επαναστάτες ενίσχυσε το Σώμα τον Ολυμπίων και στις 20 Φεβρουαρίου 1854 κατέλαβαν το χωριό Καΐτσα. Οι συγκρούσεις με τις τουρκικές φρουρές συνεχίστηκαν στο Φανάρι, στο Δομοκό ο οποίος πολιορκήθηκε και με την συνδρομή του υπασπιστή του Όθωνα Χριστόδουλου Χατζηπέτρου, στο Βόλο, στα Φάρσαλα και στις 9 Μαΐου η νίκη των Ελλήνων στην Καλαμπάκα, εναντίον ισχυρής τουρκικής δύναμης τρόμαξε τους φίλους Άγγλους και Γάλλους, οι οποίοι ζήτησαν από την ελληνική κυβέρνηση να αποδοκιμάσει τον απελευθερωτικό αγώνα. Δεύτερο επαναστατικό κίνημα πραγματοποιήθηκε κατά τα έτη 1866-69 με την ευκαιρία της Κρητικής Επανάστασης όταν οι υπόδουλοι Θεσσαλοί και Δομοκίτες, Ηπειρώτες και Μακεδόνες άρπαξαν τα όπλα για την πολυπόθητη ελευθερία. Και αυτός όμως ο απελευθερωτικός αγώνας δεν δικαιώθηκε και η δουλεία συνεχίστηκε.
Νέα εξέγερση εκδηλώθηκε λίγα χρόνια αργότερα, το 1877, στη διάρκεια νέου Ρωσοτουρκικού πολέμου όταν οι Θεσσαλοί κατέλαβαν τη μονή Σουθριάς κοντά στο Βόλο, που ανακατέλαβαν οι Τούρκοι. Στα μέσα Ιανουαρίου 1878 το Πήλιο επαναστάτησε, σχημάτισε προσωρινή διοίκηση και κήρυξε την ένωση με το ελεύθερο κράτος. Το επαναστατικό στρατηγείο εγκαταστάθηκε στη Ζαγορά.
Στο ιστορικό Παλαμά Δομοκού, πραγματοποιήθηκε στις 7 Μαρτίου 1878, μεγάλη Σύναξη επαναστατών πολεμιστών στην Εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Ύψωσαν την Ελληνική σημαία έδωσαν τον όρκο «ελευθερία ή θάνατος», κήρυξαν την επανάσταση εναντίων των Τούρκων κατακτητών, όρισαν επταμελή επιτροπή και συνέταξαν προκήρυξη προς τις Ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις, εκλέγοντας παράλληλα Προσωρινή Διοίκηση της Επαρχίας Δομοκού.
Επαναστατικός πυρήνας δημιουργήθηκε και στα θεσσαλικά Άγραφα. Αλλά και πάλι οι φιλικές προς την Τουρκία δυνάμεις υποχρέωσαν την Ελλάδα να ανακαλέσει τις δυνάμεις του στρατού που είχαν μπει στη Θεσσαλία.
Η τύχη της περιοχής της Ξυνιάδος και του Δομοκού αλλά και της Θεσσαλίας κρίθηκε στο Συνέδριο του Βερολίνου τον lούνιο του 1878, που είχε συνέλθει για την αναθεώρηση της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, με την οποία τερματιζόταν ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Οι αντιπρόσωποι των δυνάμεων δέχθηκαν την ένωση της Θεσσαλίας και μέρους της Ηπείρου, με την Ελλάδα, όμως η απόφαση δεν συμπεριλήφθηκε στη Συνθήκη του Βερολίνου εξαιτίας της επιμονής της Τουρκίας, αλλά σε πρωτόκολλο. Ύστερα από επίπονες διαπραγματεύσεις συναντήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη οι πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων και στις 26 Μαρτίου/7 Απριλίου 1881 γνωστοποιήθηκε στην ελληνική κυβέρνηση η απόφαση προσάρτησης της Θεσσαλίας που άφηνε όμως έξω την περιοχή της Ελασσόνας. Οι σχετικές συμβάσεις υπογράφηκαν μεταξύ Μεγάλων Δυνάμεων και Τουρκίας στις 12/24 Μαΐου και Ελλάδος - Τουρκίας στις 20 Ιουνίου/2 Ιουλίου 1881. Στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 η Θεσσαλία δοκιμάστηκε και πάλι όταν ο στρατός αναγκάστηκε να υποχωρήσει ως την περιοχή της Λαμίας, όπου υπογράφηκε ανακωχή, με νέα όρια σε βάρος της Ελλάδας.