Παλιό πλινθόκτιστο σπίτι στον Άγιο Γεώργιο Δομοκού |
Παλιά ερείπια ανάμνηση ενός χρόνου που πέρασε αλλά άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια του και στον τόπο μας… Στο έλεος του χρόνου και του καιρού...Σπίτια χτισμένα από έναν ιδιότυπο και αυτοσχέδιο πηλό, από λάσπη, χώμα, άχυρο και νερό που τοποθετούνταν σε πρόχειρα καλούπια αφού είχε ζυμωθεί με τα πόδια και τις γαλότσες και «ψηνόταν» από τον ήλιο… Ελάχιστα απʼ αυτά στέκουν σήμερα, μοναχικά και σιωπηλά στην άκρη, στις παρυφές των χωριών κι αποκαλύπτουν στο φως του ήλιου την ομορφιά τους, αλλά και τη θλίψη της εγκατάλειψης. Φέρνουν στο νου του επισκέπτη μνήμες μιας άλλης εποχής, της εποχής που οι λιγοστοί μάστορες έφτιαχναν λάσπη από κοκκινόχωμα, νερό και άχυρο για να φτιάξουν τις πλίθες ή πλιθιές ή πλιθιά. Δίπλα τους βρισκόταν όλο το χωριό για να βοηθήσει στην κατασκευή ενός σπιτιού. Κάποιοι κουβαλούσαν τις πλίθες άλλοι τις έκοβαν, άλλοι έφερναν το χώμα και άλλοι το νερό.
Ο πατέρας μου, ο αείμνηστος κυρ-Βασίλης, κουβαλούσε με τον «Ψαρή» και το πράσινο κάρο μας τις πλίθες από τις «Γούρνες» στον Αϊ-Γιώργη Δομοκού, για να χτιστούν σπίτια μετά τον πόλεμο του 40ʼ και τον εμφύλιο που ακολούθησε… Στάση απαραίτητη για την ξεκούραση του πιστού κι εργατικού αλόγου το «Κολωνάκι», το γνωστό και πολυσύχναστο τότε καφενεδάκι του μπάρμπα-Λιά του Λάμπρου.
Το ακούραστο ζώο συνήθισε να…τρώει το λουκουμάκι του και να πίνει ένα καραφάκι ούζο κάθε φορά που περνούσε μπροστά απʼ το καφενείο, σταματούσε και δεν ξεκούναγε αν δεν έπαιρνε πια τη…δόση του! Οι μάστορες, μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού, έχτιζαν με τη δική τους τέχνη, που δεν έμαθαν από κανέναν, αλλά σκαρφίστηκαν μόνοι τους, δίνοντας στον τόπο μια ξεχωριστή αρχιτεκτονική και έναν ιδιόμορφο χαρακτήρα.
Σήμερα, στο έλεος του χρόνου και του καιρού, δεν έχουν μείνει παρά ελάχιστα από τα εκατοντάδες πλινθόκτιστα σπίτια που βρίσκονταν διάσπαρτα στα περισσότερα χωριά που δεν διέθεταν αρκετή πέτρα για να χτίσουν μεγάλα γερά και ασφαλή πετρόκτιστα που εκτός των άλλων όμως απαιτούσαν και υπέρογκο κόστος κατασκευής για την οικονομική συγκυρία της εποχής. Το τελευταίο πλινθόκτιστο σπίτι χτίστηκε περί το 1955. Μετά, έκαναν την εμφάνισή τους το τσιμέντο, τα τούβλα, ακόμα και ο τσιμεντόλιθος, παραγκωνίζοντας τον παραδοσιακό αυτό τρόπο χτισίματος που είναι μοναδικός στην περιοχή.
Η δημοτική αρχή ίσως θα έπρεπε να βρει κάποιο τρόπο να συντηρήσει τα ελάχιστα σπίτια που απέμειναν, λόγω του ασαφούς ιδιοκτησιακού τους καθεστώτος και γιατί όχι να κατασκευάσει με τον παλιό παραδοσιακό τρόπο κάποια κτίσματα που θα λειτουργούσαν ως λαογραφικά μουσεία στην περιοχή, όσο ακόμη υπάρχουν παλαιότεροι συντοπίτες μας που έχουν δουλέψει στην κατασκευή της πλίθας και των πλινθόκτιστων σπιτιών, στα νιάτα τους. Σήμερα, τα μυστικά της τέχνης της κατασκευής ενός πλινθόκτιστου σπιτιού έχουν χαθεί μαζί με τους τελευταίους μάστορες. Τα τελευταία δείγματα της τέχνης αυτής που μπορεί να δει από κοντά ο περαστικός που θα επισκεφθεί την περιοχή μας είναι πλέον ελάχιστα και πρέπει να διαφυλαχθούν και να συντηρηθούν ώστε να μείνουν ως ανάμνηση, γνώση και παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές.
Πλινθόκτιστο σπίτι στην Ξυνιάδα Δομοκού |