Η ΚΟΜΜΕΝΗ ΑΡΧΑΙΑ ΣΤΗΛΗ ΤΗΣ ΠΡΟΕΡΝΑΣ
Ήταν Οκτώβρης του 1961. Ο Άγγελος *1 βρίσκονταν στην έβδομη τάξη του Γυμνασίου Δομοκού, ή στη Δεύτερη του Λυκείου, όπως θα λέγαμε σήμερα. Για πρώτη φορά το τότε Υπουργείο Παιδείας επέτρεψε μια εσωτερική αυτοδιοίκηση και οργάνωση των μαθητών των δύο τελευταίων τάξεων, έβδομης και όγδοης.
Η κάθε μία από αυτές τις τάξεις με δημοκρατικές διαδικασίες θα ψήφιζε τον Πρόεδρό της και το Διοικητικό της Συμβούλιο.
Στην έβδομη τάξη υπήρξαν δύο υποψηφιότητες για τη θέση του Προέδρου. Εκείνη του Γιώργου Σούλιου που κατάγονταν από το χωριό Ομβριακή και ήταν ο ευνοούμενος των καθηγητών, διότι ήταν πολύ καλός και ήσυχος μαθητής. Σήμερα δε είναι καθηγητής της υδρογεωλογίας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Αντίπαλός του ο Άγγελος Χατζής, που ήταν πολύ καλός στα Ελληνικά και την ιστορία και ήταν ο ευνοούμενος της τσακαλοπαρέας των ζωηρών και απείθαρχων μαθητών.
Οι εκλογές έγιναν μια Τετάρτη τις δυο τελευταίες ώρες και εκλέχτηκε Πρόεδρος της τάξης με διαφορά τριών ψήφων ο Άγγελος. Στην όγδοη τάξη εκλέχτηκε Πρόεδρος ο Βασίλης Γάκης από το χωριό Πουρνάρι.
Ο καθένας από τους Προέδρους, με βάση την οδηγία του Υπουργείου, ήταν υποχρεωμένος να συγγράψει μια εργασία, που θα είχε σχέση με την Πατρίδα του. Οι εργασίες αυτές θα μεταφράζονταν στα Αγγλικά και θα στέλνονταν στη συνέχεια σε μια επιτροπή στη Σουηδία για να βραβευτούν οι τρεις καλύτερες.
Ο Άγγελος, ύστερα από πολύ σκέψη, αποφάσισε να γράψει μια εργασία για την αρχαία πόλη Πρόερνα, που απείχε πέντε περίπου χιλιόμετρα από το χωριό του, δίπλα ακριβώς από την παλιά Εθνική οδό Αθηνών – Θεσσαλονίκης και ανάμεσα στο Δομοκό και τα Φάρσαλα.
Ο τίτλος της εργασίας του θα ήταν:
«ΠΡΟΕΡΝΑ Η ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ»
Είχε ακούσει αρκετά για την πόλη αυτή από τον παππού του το Θύμνιο κι από κάποιους άλλους γέροντες του χωριού και είχε διαβάσει ένα βιβλίο ενός Δομοκίτη συγγραφέα, που αν θυμάμαι καλά, λέγονταν Θεόδωρος Καρατζάς και αναφέρονταν σε αρχαιότητες της Επαρχίας Δομοκού και ειδικά το κομμάτι εκείνο που αφορούσε την Πρόερνα.
Εκεί ανάμεσα σε άλλα μιλούσε για ένα λόφο τεχνητό στρογγυλό σαν το ταψί «τον ταψίκειο λόφο», που υπάρχει και σήμερα, όπου πιστεύεται ότι ήταν χτισμένος ναός αφιερωμένος στον Απόλλωνα. Στο λόφο αυτό προπολεμικά ξεθάφτηκε, από τον τσιφλικάρη Μαραθέα στον οποίο ανήκε το μέρος αυτό, ένα μαρμάρινο άγαλμα γυναίκας σε φυσικό μέγεθος, που σήμερα βρίσκεται στο μουσείο του Βόλου.
Το 1955, μετά τον καταστρεπτικό σεισμό που έγινε στις 30 Απριλίου του προηγούμενου έτους 1954 στη Θεσσαλία, μεταφέρθηκε στη θέση της Πρόερνας, ακριβώς κάτω από τα τείχη της, το χωριό Τζιόπα, που κατοικούνταν από πρόσφυγες από την Ανατολική Ρωμυλία και σήμερα λέγεται Νέο Μοναστήρι.
Δίπλα στον «ταψίκειο λόφο» έχτισαν την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, στα θεμέλια της οποίας βρήκαν τάφους της νεολιθικής εποχής. Ένας απ’ αυτούς μάλιστα ανήκε σε μικρό παιδί και είχε μέσα λίθινα παιγνίδια. Οι πληροφορίες λένε πως όταν άνοιγαν τα θεμέλια των σπιτιών τους οι Νεομοναστηριώτες βρήκαν τάφους με αξιόλογα ευρήματα τα οποία κατέληξαν στα χέρια έξυπνων αρχαιοκάπηλων.
Δίπλα από την εκκλησία περνάει η παλιά Εθνική οδός Αθηνών Θεσσαλονίκης και πολύ κοντά από την ανατολική πλευρά βρίσκονται τα αρχαία τείχη της Πρόερνας, που έμειναν στην παράδοση με το όνομα Γυναικόκαστρο.
Ο Άγγελος ακόμη έμαθε πως όταν ο παππούς του ο Θύμνιος γύρω στα 1950 άνοιγε το πηγάδι κοντά στο λόφο Κομμένο Τζαμί, που βρίσκεται ακριβώς στην άκρη της Εθνικής οδού, δυόμισι περίπου χιλιόμετρα από το Βαρδαλή και κάτι λιγότερο από την Πρόερνα, συνάντησε πάνω–πάνω τουρκικούς τάφους και βαθύτερα Αρχαιοελληνικούς σε βάθος περίπου τριάμισι μέτρα από την επιφάνια. Μέσα στους τάφους αυτούς βρήκε διάφορα νομίσματα της Πρόερνας, της Φαρσάλου, της Λάρισας και δύο πρωτοβυζαντινά, που αργότερα ο Άγγελος το 1964, όταν ήταν σπουδαστής στην Παιδαγωγική Ακαδημία της Λάρισας τα έδωσε στον καθηγητή του Ταξιλντάρη, που ήταν έφορος αρχαιοτήτων στο Αρχαιολογικό μουσείο της Λάρισας με υπεύθυνο διευθυντή του μουσείου τον καθηγητή της αρχαιολογίας Θεοχάρη.
Ο Άγγελος ακόμη διάβασε στο βιβλίο του Καρατζά, ότι όταν ο Γάλλος συγγραφέας Σατωβριάνδος, λίγο πριν την επανάσταση του 1821, επισκέφθηκε την Ελλάδα και πέρασε από αυτή τη θέση Κομμένο Τζαμί βρήκε πως υπήρχε εκεί το νεκροταφείο της Αρχαίας Πρόερνας και πως οι τούρκοι έπαιρναν τις πελεκημένες πέτρες από τους Ελληνικούς τάφους κι έθαβαν στο ίδιο περίπου μέρος τους δικούς τους νεκρούς. Αυτά τα έγραψε αργότερα στις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις, που εκδόθηκαν γύρω στα 1811 στην πατρίδα του.
Μια μέρα λοιπόν που ο Άγγελος βρίσκονταν στο καφενείο του Βάιου Θεοδωρόπουλου, μόνο στέκι της νεολαίας του χωριού τότε, έμαθε πως ο παππούς Σταύρος Τζιώρας έχει στο σπίτι του μια πέτρα με χαραγμένα επάνω αρχαία γράμματα.
Την άλλη μέρα το πρωί πήγε στο τσαγκάρικο του θείου του Ανδρόνικου, που ήταν δίπλα στο σπίτι του Σταύρου Τζιώρα κι όταν είδε τον παππού να βγαίνει στην αυλή, πήγε στην αυλόπορτα και τον χαιρέτησε:
- Καλημέρα Μπαρμπασταύρο.
- Καλημέρα. Εσύ είσαι Άγγελε παιδί μου;
Μαθαίνω από το θείο σου πως είσαι καλός μαθητής. Άμποτε να γίνεις και συ κάτι καλό και να φύγεις απ’ το δικό μας λασποκύλισμα.
- Προσπαθώ το κατά δύναμη Μπαρμπασταύρο, αλλά ξέρεις γιατί ήρθα;
- Για πες το λόγο παιδί μου.
- Έμαθα πως έχεις μια πέτρα με γράμματα και ήρθα να τη δω.
- Ναι έχω. Τη βρήκα στο χωράφι στα Λάικα. Την ξέχωσε το υνί. Πέρασε μέσα να τη δεις και να διαβάσεις αν μπορέσεις τα γράμματα που γράφει.
Ο Άγγελος πέρασε μέσα στην πλακοστρωμένη αυλή. Ήταν καλοκαίρι και τον πυρωμένο ήλιο έκρυβε μια πυκνόφυλλη κληματαριά, που έστεκε καταπράσινη μπροστά στο λιθόκτιστο αντισεισμικό σπίτι του γέροντα, που κρατούσε στα χέρια του μια χοντρή φιλικίσια μαγκούρα.
Αριστερά και δεξιά από την είσοδο του σπιτιού υπήρχε ένας πετρόκτιστος σοφάς και στην δεξιά άκρη του ένα κομμάτι μιας πέτρινης στήλης ίσαμε εξήντα πόντους ψηλή. Η στήλη αυτή από το ένα μέρος της ήταν επίπεδη και όλη η υπόλοιπη κυλινδρική.
Το παιδί αμέσως κατάλαβε πως πρέπει να ακουμπούσε από το επίπεδο μέρος της σε κάποιο κτίριο, ήταν δηλαδή εντοιχισμένη . Τα γράμματα ήταν στο κυλινδρικό μέρος, όλα κεφαλαία, όπως έγραφαν οι Αρχαίοι Έλληνες και δεν χώριζαν μεταξύ τους οι λέξεις. Φαίνονταν καθαρά πως από το πάνω μέρος της στήλης έλειπε ένα μικρό κομμάτι, που δεν είχε γράμματα και από το κάτω έλειπε το μεγαλύτερο κομμάτι που θα είχε οπωσδήποτε γράμματα.
Ο Άγγελος ακούμπησε με το χέρι του τη στήλη κι ένοιωσε μια βαθιά συγκίνηση να διαπερνά όλο του το είναι. Μετά άρχισε να διαβάζει: «ΠΟΛΙΣ ΠΡΟΕΡΝΕΙΩΝ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙ ΚΑΙΣΑΡΙ ΕΥΤΥΧΕΙ ΕΤΗ … και τα λίγα υπόλοιπα γράμματα ήταν μισοσβησμένα και ο Άγγελος αν θυμάται καλά έγραφαν περίπου τα εξής που γιαυτόν δεν έβγαζαν νόημα: ΟΒΕΙΡΟΒΑΣΗ» κι από κει και κάτω ήταν κομμένη η στήλη.
Ο Άγγελος έβγαλε χαρτί και μολύβι και αντέγραψε τα όσα μπόρεσε να διαβάσει στη στήλη. Κοντά του κάθονταν σκυμμένος ο Μπαρμπασταύρος κοιτάζοντας κι αυτός τη γραμμένη πέτρα.
- Ε Άγγελε, βγάζεις κανένα συμπέρασμα; ρώτησε το νεαρό ο συμπαθέστατος γέροντας.
- Ναι Μπαρμπασταύρο. Η πέτρα αυτή είναι από την αρχαία Πρόερνα, που κι εσύ όπως όλοι μας έχουμε ακουστά.
Γράφτηκε πριν να γεννηθεί ο Χριστός για να τιμήσουν οι κάτοικοι της Πρόερνας ένα σπουδαίο Ρωμαίο αυτοκράτορα. Η πέτρα αυτή Μπαρμπασταύρο έχει μεγάλη αρχαιολογική αξία. Να μην τη χαλάσεις.
- Καλά παιδί μου, απάντησε ο καλός γέροντας και ο Άγγελος τον ευχαρίστησε κι έφυγε.
Οι ιστορικές πληροφορίες λένε πως όταν ο Ιούλιος Καίσαρας το 48 π.Χ. νίκησε τον Πομπήιο στη μάχη των Φαρσάλων, έστειλε έναν αξιωματούχο του με στρατό να καταστρέψει την Πρόερνα, διότι οι Προέρνιοι με το ιππικό τους είχαν βοηθήσει τον νικημένο. Ο απεσταλμένος του Καίσαρα, όταν έφτασε στην πόλη, βρήκε μόνο τις γυναίκες και τους ιερείς του ναού του Απόλλωνα, διότι οι άνδρες είχαν καταφύγει με τα άλογά τους στο βουνό Κασιδιάρη (Ναρθάκιο), που βρίσκεται νοτιοανατολικά της Πρόερνας, φοβούμενοι το θυμό του νικητή Καίσαρα.
Οι ιερείς με μια αντιπροσωπεία γυναικών υποδέχτηκαν με πλούσια δώρα τον Ρωμαίο αξιωματούχο και τον έπεισαν, πως οι άνδρες τους έλαβαν μέρος στη μάχη,*2 στο πλευρό του Πομπήιου με τη βία και δεν ήταν εχθροί, αλλά φίλοι του Καίσαρα. Έτσι ο αξιωματικός, αφού πήρε τα δώρα έφυγε χωρίς να πειράξει την πόλη και αργότερα, όπως φαίνεται, οι Προέρνιοι αφιέρωσαν στο νικητή, όταν αυτός έγινε αυτοκράτορας την αναθηματική στήλη, που διάβασε ο Άγγελος, για να αποδείξουν τη φιλία τους και την ευγνωμοσύνη τους σ’ αυτόν, που την κρίσιμη εκείνη περίοδο δεν κατέστρεψε και δεν εξανδραπόδισε την Πόλη τους.
Ύστερα από 34 χρόνια από την ημέρα εκείνη, που είδε και διάβασε ο Άγγελος την Αρχαία λίθινη στήλη της Πρόερνας, πενήντα πέντε χρονών πλέον ο ίδιος, αναζήτησε την στήλη στο σπίτι του γιου του μακαρίτη Μπαρμπασταύρου, του Θόδωρου Τζιώρα και πήρε την απάντηση πως η πέτρα είχε κτιστεί στα θεμέλια μιας αποθήκης! Δεν τον πίστεψε όμως…
Αργότερα ο εγγονός του συγχωρεμένου Μπαρμπασταύρου Σταύρος κι αυτός, που ασχολείται και με την τοπική αυτοδιοίκηση τον πληροφόρησε ότι η αρχαία εκείνη πέτρα υπάρχει. Τώρα ο Άγγελος δεν ξέρει τι να πιστέψει…………..
ΤΙ ΒΡΗΚΕ Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΣΤΟ ΠΗΓΑΔΙ
Ο παππούς του Άγγελου Θύμνιος Παπαγεωργίου, βρήκε όταν έσκαψε το πηγάδι για το περιβόλι στο χωράφι που είχε και απείχε καμιά δεκαριά μέτρα από τη βάση του γήλοφου «Κομμένο Τζαμί» και βρίσκεται σε απόσταση 3 περίπου χιλιόμετρα από το χωριό Βαρδαλή και 2 από την αρχαία Πρόερνα, αρχαιοελληνικούς τάφους. Θα πρέπει να ήταν δύο τάφοι από άσπρη πελεκητή πέτρα. Ο ένας είχε μήκος περίπου δυο μέτρα και ο άλλος ένα μέτρο και δέκα εκατοστά περίπου.
Ο μεγαλύτερος τάφος βρίσκονταν σε βάθος, από την επιφάνεια του εδάφους τρία μέτρα και ο μικρότερος τεσσεράμισι περίπου μέτρα. Στο μεγάλο τάφο τα οστά του νεκρού, ήταν αποσαθρωμένα αλλά όλα ήταν στη θέση τους. Μόνο που έλειπε το πάνω μέρος του κρανίου. Μέσα στον τάφο αυτό, βρέθηκε ένα κατασκουριασμένο σπαθί, απόδειξη πως ο τάφος μάλλον ανήκε σε κάποιον πολεμιστή, ένα μικρό πήλινο δοχείο και πέντε έξι νομίσματα ορειχάλκινα. Τα περισσότερα ήταν της αρχαίας Λάρισας, ένα της Φαρσάλου και ένα του Ορχομενού.
Ο Δεύτερος τάφος πρέπει να ήταν πολύ παλιότερος, διότι τα οστά μέσα σ’ αυτόν είχαν γίνει ένα με το χώμα. Από το μήκος του μπορεί να συμπεράνει κανείς πως ανήκε σε μικρό παιδί.
Τα αντικείμενα που βρέθηκαν μέσα σ’ αυτόν ήταν όλα λίθινα. Τα πιο πολλά έμοιαζαν σαν τις μικρές σβηστήρες, που χρησιμοποιούν στο Σχολείο τα σημερινά παιδιά και ήταν μάλλον παιγνίδια, φτιαγμένα από σκληρή πέτρα χρώματος ανοιχτού γκρι. Είχε ακόμη και κάποια στρογγυλωπά βότσαλα σε υποκόκκινο χρώμα. Πάντως ένα είναι βέβαιο. Ότι ο τάφος αυτός δεν ανήκε στο νεκροταφείο της Πρόερνας, αλλά σε κάποιο παλιότερο οικισμό της νεολιθικής εποχής. Ο παππούς του Άγγελου, στο ίδιο χωράφι βρήκε και κάποια άλλα ορειχάλκινα νομίσματα. Ανάμεσα σ’ αυτά ήταν κι ένα Ρωμαϊκό της εποχής του Κωνστάντιου Χλωρού, πατέρα του μεγάλου Κωνσταντίνου. Όλα αυτά αργότερα ο Άγγελος, περίπου 10 στον αριθμό, τα πήρε από τη γιαγιά τη Θύμωνα κι όταν ήταν σπουδαστής στην Παιδαγωγική Ακαδημία της Λάρισας, τα έδωσε στον καθηγητή του της νεοελληνικής λογοτεχνίας Ταξιλντάρη, που ήταν κι έφορος αρχαιοτήτων στο εκεί αρχαιολογικό μουσείο.
Διευθυντής του ίδιου μουσείου ήταν ο πανεπιστημιακός καθηγητής της αρχαιολογίας Θεοχάρης.
Δέκα περίπου μέτρα προς τα δυτικά από τους πρόποδες του λόφου «Κομμένο Τζαμί» ακριβώς κάτω από τη δημοσιά, ήταν μια μεγάλη πηγή νερού απ’ την οποία στη συνέχεια σχηματίζονταν ένα σωστό ποταμάκι, που σε πολλά σημεία είχε βάθος μεγαλύτερο κι από ένα μέτρο. Το ποταμάκι αυτό, που έριχνε τα νερά του στην Κακάρα κι απ’ εκεί στον Πηνειό, ήταν γεμάτο από ψάρια και θυμάται ο Άγγελος ότι πολλές φορές ο θείος του Ανδρόνικος είχε πιάσει εκεί τούρνες μεγαλύτερες κι από ενάμισι κιλό.
Ο Άγγελος, όταν ήταν δέκα περίπου χρονών, άκουσε να λέγεται στο σπίτι του παππού του Θύμνιου, πως κοντά στην πηγή, πριν τον πόλεμο του 1940, βρήκαν τα παιδιά του σ’ ένα νεροφάγωμα μια μπρούτζινη κούκλα, που παρίστανε ένα αρχαίο θεό με μακριά μαλλιά, τα οποία ξεχύνονταν κάτω από ένα ωραίο στεφάνι και ότι την έπαιζαν τα στο σπίτι.
Μια μέρα πέρασε ένας ζητιάνος και τους έδωσε ένα τάλιρο και του την δώσανε. Ο παππούς έλεγε πως έπρεπε να ήταν ένα αγαλματίδιο ως σαράντα πόντους ψηλό, ίσως του θεού Απόλλωνα.
Τώρα στα τείχη της αρχαίας Πρόερνας, επί κυβερνήσεως Κώστα Καραμανλή έγιναν κάποια ανασκαφικά έργα και έξω αλλά κυρίως μέσα από τα τείχη και όπως είπε στον Άγγελο η υπεύθυνη των ανασκαφών αρχαιολόγος βρέθηκαν κάποια νομίσματα και οι βάσεις όπου
βρίσκονταν δυο αγάλματα. Ο σκοπός όμως του όλου έργου ήταν η τουριστική αξιοποίηση της όλης περιοχής. Και είναι αλήθεια ότι τα τείχη βρίσκονται σε πολύ καλύτερη κατάσταση από άλλων αρχαίων πόλεων, διότι η παράδοση λέει ότι επειδή στην Πρόερνα έπεσε κάποια μολυσματική ασθένεια τα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας εγκαταλείφθηκε από όλους τους κατοίκους της και έμεινε σχεδόν απείραχτη.
Βέβαια μετά το 1881 η περιοχή αγοράστηκε από τον τσιφλικάρη Μαραθέα, ο οποίος
κατέστρεψε ένα μέρος των τειχών, που βρίσκονται προς το χωριό Βρυσιά για να χτίσει κάποιες αποθήκες
Εκείνο που κάνει μεγάλη εντύπωση στον σημερινό επισκέπτη είναι οι τεράστιοι καλοπελεκημένοι ογκόλιθοι, που μπορεί να ζυγίζουν και παραπάνω από μισό τόνο ο καθένας. Επίσης οι 5-6 πύργοι με τις πολεμίστρες τους. Αν επισκεφθεί κανείς την περιοχή
θα κατατοπισθεί κάπως με κάποιες πληροφορίες και σχέδια, που υπάρχουν πάνω σε μεταλλικές πλάκες στα Ελληνικά και τα Αγγλικά και σε πέντε έξι σημεία.
Τα εγκαίνια του όλου έργου έκανε κόβοντας την καθιερωμένη κορδέλα
ο τότε Γενικός γραμματέας του Υπουργείου πολιτισμού Χρήστος Ζαχόπουλος που αργότερα έγινε γνωστός στο πανελλήνιο με το σάλτο μορτάλε που επιχείρησε.
Σήμερα κάποια γκρουπ ξένων τουριστών επισκέπτονται την περιοχή και ελάχιστοι Έλληνες.
*1 = Σεραφείμ Χατζόπουλος (Άγγελος Χατζής= Σεραφείμ Χατζόπουλος)
*2 = Η αλήθεια είναι ότι οι Προέρνιοι δεν πρόλαβαν να λάβουν μέρος στη μάχη
Σεραφείμ Χατζόπουλος