Κουρμπάνι 2011
Το Νέο Μοναστήρι Δομοκού είναι σήμερα η πρωτεύουσα της Δημοτικής περιφέρειας θεσσαλιώτιδος του νέου καλικρατικού Δήμου Δομοκού, καταγώμενοι από την Ανατολική Ρωμυλία. Η ζωή και η παράδοση που μεταφέρθηκαν εκεί 87 χρόνια πριν από εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά κάτω από τις δύσκολες συνθήκες εκείνων των χρόνων, ρίζωσαν εκεί και τράνωσαν.
Το σημερινό Νέο Μοναστήρι χτίστηκε μερικά χιλιόμετρα πιο πέρα αφού ισοπεδώθηκε από το σεισμό του 1954.
Δεν είναι πια τόσο έντονες οι μνήμες της γενιάς των μεταναστών από το Μεγάλο Μοναστήρι της Βόρειας Θράκης τους άντρες με τα πουτούρια και τις γυναίκες με τις τσούκνες (αντρική και γυναικεία τοπική φορεσιά, αντίστοιχα). Είναι όμως ζωντανό το γλωσσικό μοναστηριώτικο ιδίωμα. Τα έθιμα αναβιώνουν, τα τραγούδια και τα τοπικά όργανα δεν σταμάτησαν ποτέ να ακούγονται και οι χοροί χορεύονται με κάθε ευκαιρία. Οι Μοναστηριώτες δεν πτοήθηκαν ούτε από την προσφυγιά ούτε από την δουλειά που χρειάστηκε για να ξανασταθούν στα πόδια τους. Δεν λογάριαζαν την κούραση, πάντα έβρισκαν χρόνο για πανηγύρια, για τις καμήλες, τους ντιβιτζήδες, το κουρμπάνι, τη ρουμπάνα. Ηταν ένας τρόπος να θυμηθούν τα παλιά, να μην νιώθουν την ξενιτιά, να παρηγορούνται ότι κάποια πράγματα έμειναν όπως πριν.
Τα πανηγύρια στο Μεγάλο Μοναστήρι είχαν σαν επίκεντρο κάποια
θρησκευτική γιορτή και άμεση σχέση με την εποχή του έτους, που και αυτό πάλι είχε σχέση με την απασχόλησή τους, την γεωργία και την κτηνοτροφία. Τα πιο σπουδαία ήταν, οι καμήλες την Πρωτοχρονιά, το πανηγύρι του Αη-Τρύφωνα, η ρουμπάνα το Σάββατο του Λαζάρου, το πανηγύρι του Αγίου Γεωργίου που ήταν και ο πολιούχος του χωριού, το αντάμωμα ή κουρμπάνι (θυσία) της Αγίας Τριάδας, που παλιότερα γίνονταν στον Αη-Θανάση τη Δευτέρα του Πάσχα. Στόμα με στόμα έφτασε μέχρι τις μέρες μας η ανάμνηση ενός ελαφιού που μια χρονιά, μετά από 7 χρόνια που το χαλάζι κατέστρεφε τη σοδειά, παρουσιάστηκε μετά τη λειτουργία σταλμένο από τον Αγιο Αθανάσιο. Οι Μοναστηριώτες το έπιασαν και το πρόσφεραν θυσία στο Θεό.
Από τότε άρχισε να γίνεται το πανηγύρι και το κουρμπάνι. Στη θέση του ελαφιού έβαζαν ένα μεγάλο δαμάλι ή ταύρο αγορασμένο από το εκκλησιαστικό συμβούλιο. Στην ουσία η προσφορά προερχόταν από όλους τους χωριανούς, αφού το εκκλησιαστικό συμβούλιο συγκέντρωνε χρήματα από τα σιτάρια που μάζευαν από όλο το χωριό μετά από τα αλώνια. Το ζώο το έσφαζαν μετά από ορισμένη τελετή, το έβραζαν σε 12 καζάνια-παραπέμπει τους 12 μαθητές του Ιησού - και το σερβίριζαν με μπληγούρι. Μετά το τέλος της λειτουργίας οι ιερείς ευλογούσαν το κρέας και τα φαγητά που- είχε κάθε οικογένεια, και όλοι οι χωρικοί κατά σόγια χωρίς διακρίσεις κάθονταν σε κοινό τραπέζι (αντάμωμα).
Μετά το φαγητό ακολουθούσε χορός. Με τραγούδια αφιερωμένα στη ημέρα και στο πανηγύρι κατέβαιναν στο χωριό, όπου στην πλατεία συνεχίζονταν το γλέντι.
*Το 2009 και το 2010 ο Πολιτιστικός οργανισμός του Δήμου Θεσσαλιώτιδος διοργάνωσε διπλό κουρμπάνι σε συνεργασία με τον αδελφοποιημένο δήμο Τούτζας στην Ανατολική Ρωμυλία (Βόρεια Θράκη)
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΗΜΕΡΗΣ (ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΔΣ ΔΟΜΟΚΟΥ)
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό της Φθιώτιδας - "Fthia Walk"