Νομισματοκοπείο
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το κτίριο του Νομισματοκοπείου βρίσκεται σήμερα εν μέρει κάτω από την εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, το Νυμφαίο και το Νοτιοανατολικό Ναό, στα ανατολικά της Νοτιοανατολικής Στοάς και στα δυτικά της Παναθηναϊκής οδού, στο νότιο τμήμα της Αγοράς. Αποτελείτο από μια ευρύχωρη αυλή και μια σειρά δωματίων. Φαίνεται ότι λειτούργησε ως Νομισματοκοπείο ως το 2ο αιώνα π.Χ.
ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Περιγραφή των ερειπίων
Το κτίριο του Νομισματοκοπείου βρίσκεται στα ανατολικά της Νοτιοανατολικής Στοάς και στα δυτικά ακριβώς της Παναθηναϊκής οδού. Το βόρειο άκρο του κτιρίου βρίσκεται σήμερα κάτω από την εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, το Νυμφαίο και το Νοτιοανατολικό Ναό. Ανασκάφηκε το 1952 και το 1953 από τον Crosby. Έρευνες διεξήγαγαν επίσης (σε μικρότερη έκταση) ο Thompson το 1959 και ο Mc Camp το 1978.
Δε φαίνεται να υπήρχε κάποιο προδρομικό του κτίριο. Το Νομισματοκοπείο πατούσε απευθείας στο βράχο, στα περισσότερα σημεία του. Αν και δε σώζεται σε όλη την έκτασή του το αρχικό δάπεδο, φαίνεται πως δεν ήταν ομοιογενές: στο βορειοδυτικό άκρο του ήταν περίπου 3,35 μ. χαμηλότερα από αυτό της νοτιοανατολικής γωνίας. Τα ακριβή βάθη που αναφέρονται είναι τα εξής: 67,82 μ. από το επίπεδο της θάλασσας στα νοτιοδυτικά, 68,80 μ. στο βόρειο τμήμα του κεντρικού δωματίου και 69,00 μ. στο νοτιοανατολικό δωμάτιο.
Πρόκειται για ένα μεγάλο τετράπλευρο, σχεδόν τετράγωνο κτίριο, διαστάσεων 27,20 μ. από βορρά προς νότο και 28,90 μ. από ανατολικά προς δυτικά. Η περιοχή μεταξύ της Παναθηναϊκής οδού και του ανατολικού άκρου του κτιρίου εγκλείστηκε σε ακανόνιστου σχήματος τείχος.
Η εσωτερική διαρρύθμιση του κτιρίου δεν είναι απόλυτα ασφαλής, με εξαίρεση το νότιο τμήμα του. Το κτίριο απαρτίζεται από στεγασμένα δωμάτια και από μια ευρύχωρη αυλή, με κατεύθυνση Β-ΒΑ, κάτω από την οποία περνούσε ο μεγάλος αγωγός της Αγοράς. Στα νοτιοδυτικά το μεγαλύτερο δωμάτιο έχει διαστάσεις 14 μ. (Α-Δ) x 11 μ. (Β-Ν). Στο μέσο περίπου του δωματίου υπάρχουν δύο βάσεις από πωρόλιθο που προφανώς στήριζαν κίονες. Υπάρχουν δύο ακόμη δωμάτια στα ανατολικά, συνεχόμενα και τεμνόμενα με το νότιο τοίχο. Το πρώτο έχει διαστάσεις 5 μ. (Α-Δ) x 3,9 μ. (Β-Ν) και το δεύτερο έχει 4,20 μ. (Α-Δ) x 3,90 μ. (Β-Ν).
Οι τοίχοι του κτιρίου έχουν σωθεί σε πολύ κακή κατάσταση, καθώς φαίνεται ότι το υλικό χρησιμοποιήθηκε σε μεταγενέστερες οικοδομές, μετά την καταστροφή του κτιρίου. Σώζεται σε καλή κατάσταση μόνο η κατώτερη στρώση λίθων των θεμελίων από πωρόλιθο (διαστάσεις 1,20-1,30 μ. μήκος, 0,60-0,65 μ. πλάτος και 0,48 μ. ύψος). Μόνο στην ανατολική πλευρά του δυτικού δωματίου έχει χρησιμοποιηθεί ο ασβεστόλιθος της Ακρόπολης. Στα βόρεια και στα δυτικά δε σώζονται παρά ελάχιστοι λίθοι από τους εξωτερικούς τοίχους του κτιρίου. Φαίνεται ότι η είσοδος του περίβολου ήταν στα δυτικά, εκεί όπου σώζονται δύο λίθοι ακριβώς δίπλα στο δυτικό τοίχο. Δεν είναι σίγουρο αν υπήρχε εσωτερική κιονοστοιχία στον περίβολο, η οποία να στέγαζε στοά.
Χρήσεις του κτιρίου
Η κεραμική που βρέθηκε στις θεμελιώσεις των κτιρίων ανάγει την κατασκευή του περίπου στο 410-400 π.Χ. Η κύρια χρήση του όμως, όπως μαρτυρούν τα ευρήματα, ανάγεται στον 3ο και το 2ο αιώνα π.Χ. Η ταύτισή του με το Νομισματοκοπείο βασίστηκε στα πολυάριθμα ευρήματα νομισμάτων και άκοπων μεταλλικών δίσκων (πετάλων) στο νοτιοδυτικό δωμάτιο, καθώς και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων (κλίβανοι χύτευσης χαλκού, σκουριές, δεξαμενές νερού) και επιβεβαιώθηκε με την τελική δημοσίευση του κτηρίου το 2001. Πάντως θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία που έχουμε δεν επιτρέπουν την υπόθεση ότι εκτός από τα χάλκινα κόβονταν εκεί και τα αργυρά νομίσματα της πόλης, γι’ αυτό και η μετατροπή του πρωιμότερου ονόματος που είχαν αποδώσει οι Αμερικανοί ανασκαφείς (Αργυροκοπείο) στο περισσότερο «ουδέτερο» Νομισματοκοπείο. Η χρήση αυτή δεν είναι η αρχική του κτιρίου. Ως νομισματοκοπείο λειτούργησε τον 3ο και το 2ο αιώνα π.Χ. Ενδέχεται να κατασκευάζονταν εκεί διάφορα χάλκινα αντικείμενα που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες του αθηναϊκού κράτους (μέτρα, σταθμά, δικαστικά πινάκια, λυχνάρια κτλ.).
ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Το κτίριο συνέχισε να είναι σε χρήση και κατά την Ελληνιστική περίοδο, χωρίς εμφανή ίχνη μετατροπών. Την εποχή αυτή, και συγκεκριμένα τον 3ο αιώνα π.Χ., υπήρχε μια δεξαμενή σε σχήμα φιάλης στο βορειοανατολικό άκρο του περίβολου. Αντίθετα, τα ευρήματα στο εσωτερικό του κτιρίου είναι πλούσια και μαρτυρούν ότι η κύρια περίοδος της νομισματικής δραστηριότητας ανάγεται στην περίοδο αυτή, και ειδικότερα στον 3ο και το 2ο αιώνα π.Χ., όταν ανοίγονται διάφοροι λάκκοι, στους οποίους τοποθετούνται μεγάλες πήλινες λεκάνες, στο μεγάλο νοτιοδυτικό δωμάτιο. Τα υστερότερα τμήματα του δαπέδου χρονολογούνται στα τέλη του 2ου αιώνα π.Χ. Αργότερα στην περιοχή εγκαταστάθηκαν εργαστήρια, όπως μαρτυρά η εύρεση καύσεων από τη λειτουργία καμινιών. Το κτίριο πρέπει να καταστράφηκε τον 1ο αιώνα π.Χ. ή το 1ον αιώνα μ.Χ. και λίγο αργότερα καλύφθηκε από το Νοτιοανατολικό Ναό και το Νυμφαίο.
Ακριβώς έξω από το κτήριο, κατά μήκος του δυτικού και βόρειου τοίχου, περνά ένας μεγάλος και προσεκτικά κατασκευασμένος πήλινος αγωγός. Παράλληλα, κάτω από το κτήριο, ή πιο σωστά κάτω από την αυλή του κτηρίου, περνούσε το ανατολικό παρακλάδι του μεγάλου αγωγού της Αγοράς.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
KROLL, J.H., The Greek Coins, The American Excavations in the Athenian Agora, vol. XXVI, American School of Classical Studies at Athens (Princeton 1993).
Mc CAMP ΙΙ, J., The Athenian Agora: A Guide to the Excavation and Museum (Athens 1990).
Μc CAMP II, J., The Athenian Agora, A Short Guide to the Excavations, Excavations of the Athenian Agora, Picture Book no 16, American School of Classical Studies (Princeton 2003).
Mc CAMP II, J., Η Αρχαία Αγορά της Αθήνας. Οι Ανασκαφές στην καρδιά της κλασικής πόλης (Αθήνα 2004).
Mc CAMP II, J. – KROLL, J.H., «The Agora Mint and Athenian Bronze Coinage», Hesperia (2001).
THOMPSON, H.A., «Excavations in the Athenian Agora: 1952», Hesperia (1953).
THOMPSON, H.A., «Excavations in the Athenian Agora: 1953», Hesperia (1954).
THOMPSON, H.A., «Activities in the Athenian Agora: 1959», Hesperia (1960).
Ποικίλη Στοά
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Ποικίλη Στοά ανασκάφηκε το 1981, και βρίσκεται στη ΒΔ πλευρά της Αγοράς, κοντά στη Παναθηναϊκή οδό και δίπλα στο Βωμό της Ουρανίας Αφροδίτης. Στο σημείο εκείνο χτίστηκε η ελληνιστική πύλη, που εφάπτεται της Στοάς. Κατασκευάστηκε στο β' τέταρτο του 5ου αιώνα π.Χ. (475-450 π.Χ.) και θεωρείται αφιέρωμα του Πεισιάνακτος, γαμπρού του Κίμωνα. Αποτελεί ένα από τα φημισμένα κτίρια της Αγοράς, όπου υπήρχαν περίφημες πίνακες του Πολυγνώτου, του Μίκωνος και του Παναίνου, με θέματα από τη μυθολογία και την ιστορία της Αθήνας.
ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Η Ποικίλη Στοά, ένα από τα σημαντικότερα και πιο φημισμένα κτίρια της Αγοράς, ταυτίστηκε από τους Αμερικανούς αρχαιολόγους με το πολύ κατεστραμμένο και αποσπασματικό κτίριο που ανασκάφηκε το 1981. Μόνο ένα μέρος του έχει αποκαλυφθεί (το υπόλοιπο βρίσκεται κάτω από σπίτια) και δεν έχουν δημοσιευθεί παρά μερικές προκαταρκτικές ανασκαφικές εκθέσεις. Οι έρευνες συνεχίζονται ακόμη και σήμερα.
Η στοά χτίστηκε μεταξύ 475-450 π.Χ., με βάση τα κεραμικά ευρήματα από τις θεμελιώσεις της. Οι γραπτές πηγές μιλούν για τη Στοά του Πεισιάνακτος, από το όνομα του Αθηναίου που χρηματοδότησε την κατασκευή της και κατά μία εκδοχή ήταν γαμπρός του Κίμωνα. Από τον 4ο αιώνα π.Χ., ονομάστηκε Ποικίλη, από τις ζωγραφιές που κοσμούσαν τους τοίχους της και την κατέστησαν ένα από τα διασημότερα αθηναϊκά κτίρια.
Σώζεται σε καλή κατάσταση η κρηπίδα όπου πατούσε η στοά. Αποτελείται από εξαιρετικής εργασίας πωρόλιθους, που έχουν όλοι μήκος τριών αθηναϊκών ποδών (0,99 μ.). Παρατηρείται όμως μια κατασκευαστική ιδιομορφία: στα δυτικά υπάρχουν τέσσερις βαθμίδες, ενώ στα βόρεια και τα νότια μόνο τρεις, όπως είναι και ο κανόνας. Προφανώς αυτό οφείλεται στην υψομετρική διαφορά μεταξύ ανατολικής και δυτικής πλευράς του κτιρίου.
Το πλάτος του κτιρίου είναι 11,573 μ. στο επίπεδο του στυλοβάτη. Οι ανασκαφείς τη θεωρούν ένα κτίσμα με μια δωρική κιονοστοιχία σε παράσταση στην πρόσοψη και μια ιωνική κιονοστοιχία στο εσωτερικό.
Μια παλαιότερη πρόταση της Meritt (1970) να ταυτίσει το κτίριο με τμήματα από πρώιμη κλασική δωρική ζωφόρο έχει σήμερα εγκαταλειφθεί. Η ανωδομή του κτιρίου προκύπτει από τα ευρήματα που ανασκάφηκαν ενσωματωμένα σε βυζαντινά κτήρια της περιοχής. Σημαντικότερα είναι τα τμήματα κορμών από δωρικούς κίονες, αρκετά αποσπασματικά τρίγλυφα και μικρά τμήματα από δωρικό γείσο. Ένα πλήρες τμήμα της δωρικής ζωφόρου (Α 4661) που βρέθηκε ακριβώς έξω από τη βορειοδυτική γωνία των θεμελιώσεων του κτηρίου είναι φτιαγμένο από τον ίδιο σκληρό πωρόλιθο όπως οι βαθμίδες στη δυτική άκρη του κρηπιδώματος και έχει τις ίδιες διαστάσεις τριών αθηναϊκών ποδών (0,999 μ.). Περιέχει ένα τρίγλυφο και το πίσω τμήμα όπου στερεωνόταν η μετόπη από μάρμαρο. Το συνολικό πάχος της ζωφόρου ήταν 0,718 μ. Τα τρίγλυφα είχαν πλάτος 0,384 μ. και οι μαρμάρινες μετόπες 0,615 μ. Το συνολικό ύψος ήταν 0,63 μ. Οι κίονες κάτω από τη ζωφόρο θα είχαν μεταξόνιο διάστημα 1,998 μ., που θα καλυπτόταν με ακριβώς δύο δόμους μήκους 0,999 μ. Για τη δυτική πλευρά του κτηρίου θα απαιτούνταν μια ζωφόρος αποτελούμενη από 12 τρίγλυφα και 11 μετόπες, συνολικού μήκους 11,373 μ. Για τις μακρές πλευρές του κτιρίου, το μήκος που πρέπει να ανασυσταθεί εξαρτάται από τον αριθμό των κιόνων που θα φανταστούμε στο εσωτερικό: αν ήταν 9, τότε το συνολικό μήκος του κτηρίου στο στυλοβάτη θα έφτανε 42,37 μ., ενώ αν ήταν 11, τότε το μήκος υπολογίζεται στα 50,362 μ. Το μεταξόνιο διάστημα στο εσωτερικό θα ήταν 3,999 μ.
Από την εσωτερική κιονοστοιχία σώζεται στη θέση της η βάση του δυτικότερου κίονα, που αποτελείται από δύο πώρινες πλάκες που σχηματίζουν σχεδόν τετράγωνο 1,1 x 1,3 μ. Αυτή θα πρέπει να βρισκόταν στον ίδιο άξονα, όπως είναι ο κανόνας σε δωρικές στοές της περιόδου, με το δεύτερο δωρικό κίονα της εξωτερικής κιονοστοιχίας. Από την εν λόγω κιονοστοιχία έχουν βρεθεί έξι τμήματα από αράβδωτους ιωνικούς κίονες και τέσσερα από μαρμάρινα ιωνικά κιονόκρανα. Δύο από αυτά έχουν σωθεί σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό ώστε να ανασυσταθούν πλήρως οι διαστάσεις τους, καθώς και οι διαστάσεις των κορμών των κιόνων. Στο ανώτερο τμήμα, η διάμετρος του κίονα ήταν περίπου 0,496 μ. και στο κατώτερο τμήμα περίπου 0,6 μ. Η διάμετρος του άβακα υπολογίζεται στα 0,562 μ. και η απόσταση μεταξύ των ελίκων 0,558 μ.
Οι πλευρικοί τοίχοι δεν είχαν ανοίγματα, έτσι η μοναδική πρόσβαση στην πλατεία της Αγοράς και την Παναθηναϊκή οδό ήταν από τη νότια πλευρά του κτιρίου. Στο εσωτερικό, κατά μήκος του πίσω τοίχου, έχει σωθεί η θεμελίωση ενός πολύ χαμηλού εδράνου, φτιαγμένη από ακανόνιστους πωρόλιθους. Εντύπωση προκαλεί η φροντισμένη, ισόδομη τοιχοποιία. Οι λιθόπλινθοι των βαθμίδων κόπηκαν όλες στο ίδιο μήκος και ενώθηκαν με συνδέσμους σε σχήμα Τ, ενώ κάθε δεύτερος αρμός συνέπιπτε ακριβώς με τον κατακόρυφο άξονα κάθε κίονα. Πίσω από το βόρειο τοίχο υπάρχει ένα στενότατο πέρασμα 1,35 μ. από το επόμενο κτίριο. Στην πλευρά αυτή ούτε ο στερεοβάτης ούτε οι τοίχοι είναι τόσο φροντισμένοι.
Οι πίνακες ήταν έργα του Πολυγνώτου, του Μίκωνος και του Παναίνου, ενώ ο Παυσανίας περιγράφει εκτενώς τη μάχη της Οινόης, τη μάχη του Θησέα και των Αθηναίων εναντίον των Αμαζόνων που επιχείρησαν να εισβάλουν στην πόλη, τους Έλληνες στην άλωση της Τροίας, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Αίας ο Λοκρός βίασε την Κασσάνδρα που είχε καταφύγει στο ναό της Αθηνάς, και το περιφημότερο έργο, τη μάχη του Μαραθώνα. Κατόπιν αναφέρεται στα αγάλματα που έστεκαν μπροστά στη στοά: του νομοθέτη Σόλωνα και του Σέλευκου Α'. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του επισκόπου Συνέσιου, οι πίνακες αφαιρέθηκαν στα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ. Ο Παυσανίας είδε ακόμη ασπίδες, λάφυρα από τους πολέμους των Αθηναίων (από τους Σικυώνιους, από τους Σπαρτιάτες στη Σφακτηρία). Εκεί γινόταν η εγγραφή των μυημένων για τα Ελευσίνια Μυστήρια, ενώ σε εξαιρετικές περιπτώσεις συνεδρίαζαν εκεί δικαστήρια, με σύνθεση ως και 501 δικαστών. Επίσης σύχναζαν εκεί πλανόδιοι, φιλόσοφοι και λοιποί αργόσχολοι. Διάσημος κάτοικος της στοάς ήταν ο Ζήνωνας, ιδρυτής της στωικής φιλοσοφίας.
Το επίπεδο γνώσης που έχουμε για το κτήριο δεν επιτρέπει να διακρίνουμε οικοδομικές φάσεις.
Ταύτιση
Πρόσφατα διατυπώθηκε από διάφορες πλευρές ότι η συγκεκριμένη Στοά δεν μπορεί να είναι η Ποικίλη Στοά. Η Di Cesare ισχυρίστηκε ότι η στοά που έφερε το όνομα Πεισιάνακτος θα πρέπει να αφιερώθηκε λίγο μετά τη μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.), επομένως ο αναθέτης θα πρέπει να ήταν άλλος Πεισιάνακτας και όχι ο γαμπρός του Κίμωνα. Αναπόφευκτα η αποδοχή της αναθεώρησης αυτής επιβάλλει να απορρίψουμε την ταύτιση του κτηρίου που μελετάμε εδώ με την Ποικίλη Στοά των ετών 490-480 π.Χ. Η υπόθεση αυτή όμως δε στηρίζεται πραγματικά στην ορθή ερμηνεία των πηγών. Στην πραγματικότητα, η μόνη ασφαλής χρονολογική ένδειξη που μας προσφέρει το κείμενο του Παυσανία είναι ότι η στοά χτίστηκε μετά το 490 π.Χ.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
DI CESARE, R., «Testimonianze per la Stoa di Peisianax come edificio (tardo-) arcaico dell’Agora di Atene», Annuario della Scuola Archeologica di Atene (2002).
Mc CAMP II, J., The Athenian Agora: A Guide to the Excavation and Museum (Athens 1990) (ηλ. έκδοση: site Αγοράς).
Μc CAMP II, J., The Athenian Agora, A Short Guide to the Excavations, Excavations of the Athenian Agora, Picture Book no 16, American School of Classical Studies (Princeton 2003).
Mc CAMP II, J., Η Αρχαία Αγορά της Αθήνας. Οι Ανασκαφές στην καρδιά της κλασικής πόλης (Αθήνα 2004).
ΜΕRITT, L.S., «The Stoa Poikile», Hesperia (1970).
SHEAR, T.L., «The Athenian Agora: Excavations of 1980-1982», Hesperia (1984).
THOMPSON, H.A. – WYCHERLEY, R., The Agora of Athens. The American Excavations in the Athenian Agora, vol. XIV, American School of Classical Studies at Athens (Princeton 1972).
WYCHERLEY, R., The Agora of Athens. Literary and Epigraphic Testimonia, The American Excavations in the Athenian Agora, vol. III, American School of Classical Studies at Athens (Princeton 1957).
-->