Νικηφόρος Λύτρας, ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ζωγράφους

ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΛΥΤΡΑΣ
Γεννήθηκε στον Πύργο της Τήνου, το 1832 και ήταν ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ζωγράφους και δασκάλους της ζωγραφικής κατά τον 19ο αιώνα. Το έργο του στάθηκε ορόσημο στη νεότερη ελληνική ζωγραφική. Θεωρείται από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της Σχολής του Μονάχου και πρωτοπόρος στη διαμόρφωση της διδασκαλίας των Καλών Τεχνών στην Ελλάδα. Η πολυσήμαντη τέχνη του καλύπτει τα 3/4 του πρώτου αιώνα της ελληνικής αναγέννησης. Ήταν γιος ενός λαϊκού μαρμαρογλύπτη, που περιπλανήθηκε σε όλες τις μεγάλες πόλεις των Βαλκανίων αναζητώντας την τύχη και τελικά κατέληξε στην Τήνο. Ο πατέρας μετέδωσε στο γιο του τη μεγάλη αγάπη του προς την καλλιτεχνία, κι ο Νικηφόρος από μικρή ηλικία είχε εκπλήξει με το πλούσιο ταλέντο του όσους έτυχε να τον γνωρίσουν. Το 1850, σε ηλικία 18 ετών, πήγε στην Αθήνα μαζί με τον πατέρα του και γράφτηκε στο Σχολείο των Τεχνών (η μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών). Εκεί, σπούδασε ζωγραφική με δασκάλους τον Γερμανό διευθυντή της Σχολής, Λούντβιχ Τιρς (Ludwig Thiersch), τους αδερφούς Μαργαρίτη και τον Ιταλό Ραφαέλο Τσεκόλι (Raffaelo Ceccoli). Ο Τιρς συγκινημένος από το πρώιμο φούντωμα της καλλιτεχνικής ιδιοφυίας του Νικηφόρου, τον πήρε από την ιδιαίτερη και πατρική προστασία του και τον καθοδήγησε με επιτυχία στο δρόμο της μεγάλης καριέρας. Με την αποφοίτησή του, το 1856, ο Νικηφόρος Λύτρας ανέλαβε να διδάξει το μάθημα της Στοιχειώδους Γραφής στο ίδιο ίδρυμα. Το 1860, με υποτροφία του βασιλιά Όθωνα, πήγε στο Μόναχο για να σπουδάσει στη Βασιλική Ακαδημία των Καλών Τεχνών και έτσι βρέθηκε στην καρδιά της ευρωπαϊκής καλλιτεχνικής ζωής. Την εποχή εκείνη, στην πρωτεύουσα της Βαυαρίας ζωντάνευε ξανά ο αθηναϊκός 5ος αιώνας π.Χ. Η τέχνη, που είχε πηγή τον αρχαίο κλασικισμό, βρισκόταν στην ακμή της. Μέσα στη Σχολή αυτή και με δάσκαλό του τον Καρλ φον Πιλότυ (Karl von Piloty), που ήταν βασικός εκπρόσωπος της ιστορικής ρεαλιστικής ζωγραφικής στη Γερμανία, ο Νικηφόρος έριξε στερεές ρίζες για την κατοπινή του εξέλιξη. Το 1862, με την έξωση του βασιλιά Όθωνα, το ελληνικό κράτος διέκοψε την υποτροφία που του χορηγούσε, αλλά ο εύπορος βαρόνος Σιμών Σίνας, πρέσβης της Ελλάδας στη Βιέννη, ανέλαβε τα έξοδα των σπουδών του. Το καλοκαίρι του 1865, λίγο πριν αναχωρήσει για την Ελλάδα, συνάντησε τον φίλο του Νικόλαο Γύζη, που μόλις είχε φθάσει στο Μόναχο για να σπουδάσει και αυτός κοντά στον Πιλότυ. Μαζί με τον Γύζη επισκέφθηκαν εκθέσεις και μουσεία και πήγαν για λίγες ημέρες στις εξοχές του Μονάχου, σε γραφικά χωριά της Βαυαρίας. 
Πυρπόληση τουρκικής ναυαρχίδας
Με την επιστροφή του στην Αθήνα, το 1866 ο Λύτρας διορίστηκε καθηγητής ζωγραφικής στη Σχολή Καλών Τεχνών στην έδρα της Ζωγραφικής, την οποία κατείχε για 38 ολόκληρα χρόνια διδάσκοντας με υποδειγματική ευσυνειδησία και ζήλο. Το 1873, παρέα με τον Γύζη, έκανε ένα τρίμηνο ταξίδι στη Σμύρνη και τη Μικρά Ασία, όπου εμπλούτισε το ταλέντο του με ισχυρές και φωτεινές εντυπώσεις και με το ρυθμό ενός άλλου κόσμου. Εκεί προσπάθησε να γνωρίσει την επίδραση που είχε η Ανατολή πάνω στον κλασικισμό, ώστε να μπορέσει να μελετήσει το βυζαντινό ρυθμό που γεννήθηκε από την ένωση του κλασικισμού με την αραβική τέχνη. Τον επόμενο χρόνο (1874) πήγε πάλι στο Μόναχο και επέστρεψε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1875. Τον Σεπτέμβριο του 1876, μαζί με τον Γύζη, αναχώρησε και πάλι για το Μόναχο και το Παρίσι. Το 1879 επισκέφθηκε την Αίγυπτο και τον χειμώνα του ίδιου έτους παντρεύτηκε την Ειρήνη Κυριακίδη, κόρη εμπόρου από τη Σμύρνη. Τον επόμενο χρόνο γεννήθηκε το πρώτο από τα 6 παιδιά τους, ο Αντώνιος. Ακολουθούν 4 ακόμα γιοι (ο Νικόλαος, ο Όθων, ο Περικλής και ο Λύσανδρος) και μία κόρη, η Χρυσαυγή. Ο γιος του Νικόλαος έγινε κι αυτός ζωγράφος με πλούσιο και πολύ σημαντικό έργο. Ο Λύτρας δούλεψε ευσυνείδητα και ως ζωγράφος και ως καθηγητής στο Σχολείο Καλών Τεχνών και γνώρισε νωρίς την αναγνώριση και την δόξα. Οι ανεξάντλητοι θησαυροί της ψυχής του, η ευαισθησία και η ευρύτητα της καλλιτεχνική του ιδιοσυγκρασίας, έκαναν γόνιμη τη διδασκαλία του και τα αποτελέσματά της λαμπρά, δεδομένου ότι οι σημαντικότεροι καλλιτέχνες της νεότερης Ελλάδας υπήρξαν μαθητές του. Κοντά του μαθήτεψαν πολλοί ζωγράφοι, που αργότερα ακολούθησαν διαφορετικούς δρόμους και διακρίθηκαν, μεταξύ των οποίων ο Γεώργιος Ιακωβίδης, ο Πολυχρόνης Λεμπέσης, ο Περικλής Πανταζής, ο Γεώργιος Ροϊλός και ο Νικόλαος Βώκος. Πέθανε στην Αθήνα, στις 13 Ιουνίου του 1904, σε ηλικία 72 ετών, μετά από σύντομη ασθένεια που εικάζεται ότι οφείλονταν σε δηλητηρίαση από χημικές ουσίες των χρωμάτων. Λίγους μήνες αργότερα, την έδρα του στο Σχολείο Καλών Τεχνών (Πολυτεχνείο), ανέλαβε ο παλαιός μαθητής του Γεώργιος Ιακωβίδης. 
Τα κάλαντα
Στο πλούσιο και απέραντο έργο του Νικηφόρου Λύτρα, από τα πρώτα παιδικά σχεδιαγράμματά του μέχρι τον τελευταίο του πίνακα, βλέπει κανείς μια διαρκή εξέλιξη. Συνεχώς ανεβαίνει, προσπαθώντας να φτάσει στην ιδανική τελειότητα. Το έργο του αποδεικνύει πως ο δημιουργός του είχε κατανοήσει την ανάγκη προσαρμογής των κλασικών προτύπων και παραδόσεων στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα και το έργο του, μαζί µε το έργο του Ν. Γύζη θεωρείται το βάθρο της νεοελληνικής τέχνης. Ο Λύτρας, μέσα από το έργο του εκφράζει την αγάπη του για τους απλούς συνανθρώπους του, αποφεύγοντας τις βίαιες σκηνές και τις κραυγαλέες συνθέσεις. Ζωγράφισε κυρίως πορτρέτα και σκηνές από την καθημερινή ζωή χρησιμοποιώντας λιτά μέσα, και πλάθοντας µια έντονα λυρική ατμόσφαιρα. Ασχολείται με θέματα εθνικού και ηθογραφικού περιεχομένου. Την περίοδο που ήταν μαθητής του Πιλότυ στο Μόναχο, ο Λύτρας ασχολήθηκε με την λεγόμενη «ιστορική ζωγραφική» με θέματα παρμένα από την ελληνική μυθολογία και την ελληνική ιστορία. Στην περίοδο του Μονάχου συγκαταλέγονται οι πίνακές του: Ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε'Η Πηνελόπη διαλύει τον ιστό τηςΗ Αντιγόνη εμπρός στο νεκρό Πολυνείκη. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, άρχισε να ασχολείται με προσωπογραφίες. Ο καταξιωμένος Λύτρας ήταν από τα πιο δημοφιλή πρόσωπα στους αθηναϊκούς καλλιτεχνικούς κύκλους της εποχής του. Συμμετείχε και τιμήθηκε σε πάμπολλες εκθέσεις: στις πανελλήνιες εκθέσεις στο Ζάππειο, τις παγκόσμιες εκθέσεις του Παρισιού (1855, 1867, 1878, 1889 και 1900), την παγκόσμια έκθεση της Βιέννης (1873), και τις εκθέσεις που οργάνωνε τακτικά ο Καλλιτεχνικός Σύλλογος Παρνασσός. Ως επίσημος προσωπογράφος της υψηλής κοινωνίας της Αθήνας φιλοτέχνησε ολόσωμα μνημειακά πορτρέτα μελών των οικογενειών Σερπιέρη, Καυτατζόγλου, διευθυντών της Εθνικής Τράπεζας και άλλων επιφανών Αθηναίων που συγκαταλέγονται στα πιο σημαντικά δείγματα της ελληνικής ζωγραφικής του 19ου αι. Στην πραγματικότητα, όμως, οι βιοτικές ανάγκες ήταν που υποχρέωσαν τον Νικηφόρο Λύτρα να ζωγραφίζει προσωπογραφίες εξεχόντων προσώπων. Έτσι, μολονότι είναι αριστουργηματικές, δεν ήταν αυτές στις οποίες ο Λύτρας έκλεινε μέσα τη ψυχή του.
Η καλλιτεχνική δύναμη του Νικηφόρου Λύτρα βρίσκεται μέσα στους ηθογραφικούς του πίνακες, στις εκπληκτικές εκείνες συνθέσεις, με θέματα της ζωής στο χωριό και την πόλη, που ακτινοβολούν ολόκληρη τη θέρμη και τη φωτεινή του αγάπη για την ελληνική ζωή και το αγνό ελληνικό σπίτι. Τα γραφικά έθιμα και τα στιγμιότυπα ενέπνευσαν μερικά από τα πλέον γνωστά ηθογραφικά έργα του: Ψαριανό μοιρολόιΠαιδί που στρίβει τσιγάροΗ αναμονήΟ κακός εγγονόςΗ κλεμμένη, το Μετά την πειρατείαΗ αρραβωνιασμένηΤο λιβάνισμαΗ ορφανήΤα άνθη του επιταφίουΟ όρθροςΟ γαλατάςΤο φίλημαΤο αυγό του ΠάσχαΟ μάγκας και κυρίωςΤα κάλαντα αποτελούν τα αντιπροσωπευτικότερα έργα του Λύτρα. Οι ηθογραφίες του Λύτρα, είδος στο οποίο θεωρείται εισηγητής, ανταποκρίνονται στην κυρίαρχη ιδεολογία της αστικής τάξης της εποχής και στο γενικό αίτημα για την απόδειξη της ιστορικής συνέχειας των Ελλήνων. Τα ταξίδια του στη Μικρά Ασία και την Αίγυπτο πλούτισαν τους πίνακές του με αραπάκια, φελάχες, χότζες και άλλα στοιχεία του της προσφιλούς στην Δύση μυστηριακής Ανατολής. Τα έργα των τελευταίων του χρόνων διαπνέονται από την μελαγχολία των γηρατειών, από θρησκευτικές ανησυχίες και μηνύματα θανάτου. Προς το τέλος της ζωής του, ασκητικές και μαυροντυμένες υπάρξεις με κέρινα πρόσωπα πήραν την θέση των λυγερόκορμων κοριτσιών. Η πολύχρονη θητεία του ως καθηγητή στη Σχολή Καλών Τεχνών έθεσε τα θεμέλια για την ανάπτυξη της σύγχρονης ελληνικής ζωγραφικής. Αν και προσκολλημένος πάντα στις αρχές του ακαδημαϊσμού της Σχολής του Μονάχου και ανεπηρέαστος από το ρεύμα των ιμπρεσιονιστών, εντούτοις προέτρεπε πάντα τους μαθητές του να είναι ανοιχτοί στις νέες τάσεις. Ως καλλιτέχνης και ως δάσκαλος, ο Λύτρας σημάδεψε την πορεία της νεοελληνικής ζωγραφικής. «Η αγάπη προς το ωραίο είναι η γέφυρα μεταξύ Θεού και ανθρώπου», έλεγε. Το 1903 παρασημοφορήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος. Το 1909 (μετά τον θάνατό του) έργα του παρουσιάστηκαν στην έκθεση «Η σχολή του Πιλότυ 1885-1886» στην γκαλερί Heinemann του Μονάχου. Το 1933 πραγματοποιήθηκε μεγάλη αναδρομική έκθεση στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με 186 έργα του. Τα ελληνικά ταχυδρομεία τον τίμησαν με την έκδοση γραμματοσήμου.
Η κλεμμένη
http://history-pages.blogspot.gr/

#buttons=(Ok, Go it!) #days=(20)

Our website uses cookies to enhance your experience. Learn more
Ok, Go it!