Η ηλεκτροδότηση της περιοχής του Δομοκού
Γράφει ο Δημήτρης Β. Καρέλης*
Το «ηλεκτρικό» έφτασε στην Ελλάδα το 1889, όταν η Γενική Εταιρεία
Εργοληψιών, κατασκευάζει στην Αθήνα, στην οδό Αριστείδου, την πρώτη μονάδα
παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος. Το πρώτο κτίριο που φωτίζεται στην Αθήνα είναι
τα Ανάκτορα και πολύ σύντομα ο ηλεκτροφωτισμός επεκτείνεται στο ιστορικό κέντρο
της Πρωτεύουσας. Το 1905 ηλεκτροφωτίζεται η οδός Αθηνάς.
Η τουρκοκρατούμενη τότε Θεσσαλονίκη, βλέπει κι εκείνη το
ηλεκτρικό φως τον ίδιο χρόνο, καθώς μια Βελγική Εταιρία αναλαμβάνει απ' τις
Τουρκικές αρχές την ηλεκτροδότηση και το φωτισμό της Πόλης, με την κατασκευή
εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Πέρασαν δέκα χρόνια μέχρις ότου οι πολυεθνικές εταιρίες ηλεκτρισμού κάνουν την
εμφάνισή τους στην Ελλάδα.
Η αμερικανική εταιρία Thomson-Houston, με τη
συμμετοχή της Εθνικής Τράπεζας θα ιδρύσει την Ελληνική Ηλεκτρική Εταιρία που θα
αναλάβει την ηλεκτροδότηση κι άλλων μεγάλων Ελληνικών πόλεων. Μέχρι το 1929 θα
ηλεκτροδοτηθούν 250 πόλεις με πληθυσμό πάνω από 5.000 κατοίκους.
Στις απομακρυσμένες περιοχές, όπου ήταν ασύμφορο για τις μεγάλες εταιρίες να
κατασκευάσουν μονάδες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, την ηλεκτροδότηση
αναλαμβάνουν ιδιώτες ή δημοτικές και κοινοτικές αρχές, κατασκευάζοντας μικρά
εργοστάσια.
Ο ηλεκτροφωτισμός του Δομοκού πέρασε από διάφορες φάσεις και στάδια πριν
αναλάβει η ΔΕΗ την πλήρη ηλεκτροδότηση της περιοχής.
Αρχικά, προ του έτους 1934, ανέλαβε το έργο του ηλεκτροφωτισμού του Δομοκού ο
εργολάβος Μπακαλούδης, ο οποίος, «μη δυνάμενος να εκπληρώσει τις
υποχρεώσεις του», κηρύχθηκε έκπτωτος. Φυσικά ούτε λόγος την εποχή εκείνη
για τις υπόλοιπες κοινότητες της επαρχίας.
Ακολούθως, το 1936, ανέλαβε την ηλεκτροδότηση του Δομοκού ο Γ. Γουλής, ο οποίος
πράγματι χορήγησε για πρώτη φορά συνεχές ηλεκτρικό ρεύμα, μέχρι την
Γερμανοϊταλική κατοχή, οπότε και διακόπηκε η παροχή ρεύματος, μαζεύτηκε το
ηλεκτρικό δίκτυο και ο Δομοκός παρέμεινε ουσιαστικά στο σκοτάδι καθ’ όλη τη
διάρκεια της κατοχής, του εμφυλίου και ως το 1950 περίπου.
Ήταν τότε που ο βουλευτής Δομοκού Ευστάθιος Μαλαμίδας, μερίμνησε για την
προμήθεια από την πολιτεία μιας πετρελαιομηχανής, με τη σχετική γεννήτρια, η
οποία χορηγήθηκε στο Δήμαρχο Δομοκού Γεώργιο Καψιμάνη, μαζί με ποσότητα
χάλκινου αγωγού για την κατασκευή του δικτύου.
Με τα λίγα αυτά εφόδια, άρχισε η προσπάθεια και ο τιτάνιος αγώνας, από τον
μετέπειτα Δήμαρχο Δομοκού Ευθύμιο Πάνου, για τη δημιουργία του ηλεκτρικού
δικτύου της κωμόπολης, με δαπάνες του Δήμου αλλά και από άλλες κρατικές πηγές
χρηματοδότησης του έργου.
Αξίζει να σημειώσουμε πως η βοήθεια της πολιτείας όχι μόνο δεν είχε συνέχεια,
τουναντίον υπήρξε έντονη αντιπαράθεση και λυσσαλέα επίθεση στο Δήμο Δομοκού.
Η Δημοτική Αρχή αντιμετώπισε σ’ όλο της το μεγαλείο την γραφειοκρατική αντίληψη
του Ελληνικού κράτους, το οποίο θεώρησε πως το έργο της ηλεκτροδότησης του
Δομοκού ήταν μια ιδιωτική επιχείρηση, με όλες τις φορολογικές και άλλες
συνέπειες.
Στέρησε λοιπόν το δικαίωμα επιβολής ανταποδοτικού τέλους προς τους δημότες, για
την κάλυψη των υποχρεώσεων της λειτουργίας του μικρού ηλεκτροπαραγωγικού
σταθμού, με αποτέλεσμα την μεγάλη οικονομική ζημιά του Δήμου Δομοκού. Έφτασαν
δε στο σημείο οι ιθύνοντες της Οικονομικής Εφορίας Δομοκού, να χαρακτηρίσουν το
Δήμαρχο Ευθύμιο Πάνου, ως ιδιώτη επιχειρηματία με προσωπικές ευθύνες!
Ο ίδιος δικαιώθηκε αργότερα, όμως η ζημία του Δήμου ήταν πρόδηλη και ο χαμένος
χρόνος για την επέκταση του εγχειρήματος, πολύς και δυσαναπλήρωτος.
Την ολοκλήρωση της ηλεκτροδότησης του Δομοκού ανέλαβε τελικά το 1960, η Δημόσια
Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), η οποία εν τω μεταξύ, από τον Αύγουστο του 1950
ιδρύεται, για να λειτουργήσει «χάριν του δημοσίου συμφέροντος» με σκοπό
τη χάραξη και εφαρμογή μιας εθνικής ενεργειακής πολιτικής.
Μέσα από την εντατική εκμετάλλευση των εγχώριων πόρων, η ΔΕΗ κάνει το ηλεκτρικό
ρεύμα κτήμα και δικαίωμα του κάθε Έλληνα πολίτη, στη φθηνότερη δυνατή τιμή.
Η ΔΕΗ στεγάστηκε την εποχή εκείνη στο κτήριο της Ηλεκτρικής Εταιρίας του Δομοκού, που βρίσκεται ακόμη και σήμερα δίπλα στον Παιδικό Σταθμό Δομοκού, κοντά στη σημερινή λαϊκή αγορά, πίσω από το παλιό πέτρινο κτίριο όπου στεγαζόταν το «Θεραπευτήριο χρόνιων παθήσεων» και ως το 1995, οπότε και μεταφέρθηκε εκτός κέντρου, στην παλαιά εθνική οδό Λαμίας-Καρδίτσας. Ο Δήμος Δομοκού έλαβε για την παραχώρηση του κτηρίου της Ηλεκτρικής Εταιρίας, τη σχετική αποζημίωση από τη ΔΕΗ, κατά τις διατάξεις του νόμου.
Τα χωριά του Δομοκού ηλεκτροδοτήθηκαν στη συνέχεια σύντομα και εντατικά, κυρίως κατά τα έτη
1967-68, εφόσον έχει τελειώσει το μεγαλύτερο μέρος ηλεκτροδότησης τη πόλης του
Δομοκού και των μεγαλύτερων χωριών, όπως η Ομβριακή.
Οι ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις ήταν τότε πρωτόγονες, μ’ ένα
απλό λαμπτήρα φωτισμού και λιγοστές πρίζες, όμως ασύγκριτα μπροστά από τις
απαρχαιωμένες συνθήκες, με τα λυχνάρια, τις λάμπες του πετρελαίου και της
ασετιλίνης.
Οι συνθήκες ζωής βελτιώθηκαν κατά πολύ στη συνέχεια, στα αγροτικά χωριά, με την έλευση του αγαθού
της ηλεκτρικής ενέργειας, τον αγροτικό εξηλεκτρισμό και την υδροδότηση, μέσω ηλεκτροδοτούμενων γεωτρήσεων. Οι κεντρικοί, δημόσιοι δρόμοι ηλεκτροφωτίστηκαν, δίνοντας νέα εικόνα, νέα πνοή στα μικρά και απομονωμένα ως τότε, ορεινά χωριά.
Η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) έκανε ένα πραγματικό
τεχνολογικό «θαύμα» στην Ελληνική ύπαιθρο, ηλεκτροδοτώντας ακόμη και το
μικρότερο και πιο απομακρυσμένο οικισμό, σπίτι, επιχείρηση, γεώτρηση, πηγάδι ή
ποιμνιοστάσιο, χωρίς ή με ελάχιστη τότε συμμετοχή των Ελλήνων πολιτών.
Σήμερα η βόρεια Φθιώτιδα είναι μια από τις περιοχές που
παράγεται ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, καθώς έχουν κατασκευαστεί ήδη δεκάδες
συστήματα, σε φωτοβολταϊκά πάρκα ισχύος 100 kWp, άλλα και μικρότερα επί
βιομηχανικής και οικιακής στέγης.