«Οι νερόμυλοι και ο ανεμόμυλος του Δομοκού», γράφει ο Δημήτρης Καρέλης

 
«Οι νερόμυλοι και ο ανεμόμυλος του Δομοκού», γράφει  ο Δημήτρης Καρέλης

Νερόμυλοι και ανεμόμυλοι του Δομοκού

 «Ο μύλος χωρίς νερό, δεν αλέθει»

 Γράφει  ο Δημήτρης Β. Καρέλης

 Η ιστορία του νερόμυλου αρχίζει με την νερομηχανή, που αναφέρεται, χωρίς πολλές λεπτομέρειες, σε επιγραφές των Σουμερίων, πριν από χιλιάδες χρόνια. Η πιο παλιά γραπτή αναφορά στην ύπαρξή τους ανάγεται στον Στράβωνα που μας αναφέρει ότι κατασκευάστηκε ο «υδραλέτης» στα ανάκτορα του Μιθριδάτη Στ΄ του Ευπάτορα, βασιλιά του Πόντου. Όταν το βασίλειο του Πόντου έπεσε στα χέρια των Ρωμαίων, το 64 π.Χ., η κατασκευή και χρήση του υδραλέτη (νερόμυλου), επεκτάθηκε σ' ολόκληρη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και κατά συνέπεια στον ελλαδικό χώρο. Στην πατρίδα μας συναντάμε δύο παραλλαγές του υδρόμυλου: το «ρωμαϊκό», που έχει όρθια εξωτερική φτερωτή και τον «ελληνικό», με τη μικρότερη εσωτερική φτερωτή, που χρησιμοποιούνταν κυρίως στη Θεσσαλία και τη Στερεά Ελλάδα. 

Την εποχή εκείνη ο μύλος μπορούσε να συνδυαστεί με την κατοικία της οικογένειας του μυλωνά. Οι νερόμυλοι ήταν ιδιόκτητοι ή βακούφικοι (μοναστηριακοί), που νοικιάζονταν σε επαγγελματίες μυλωνάδες, εξυπηρετούσαν συνήθως τοπικές ανάγκες και χρησιμοποιούνταν κατά κύριο λόγο για το άλεσμα των δημητριακών, κυρίως σιταριού, κριθαριού, σμιγάδι (μείγμα από σιτάρι-κριθάρι) και σπανιότερα καλαμπόκι και ζωοτροφές. Η αλεστική ικανότητα ενός μύλου έφτανε περίπου τις 100 οκάδες ανά ώρα. Το μίσθωμα πληρωνόταν με ποσοστό επί των εισπράξεων ή σε είδος (αλεύρι ή δημητριακά). Η αμοιβή των μυλωνάδων, το αλεστικό, αξάι ή ξάι (το εν δέκατο), ήταν σε είδος και μόνο τα τελευταία χρόνια της λειτουργίας τους ήταν σε χρήμα. Όταν όμως ο μύλος ήταν ιδιοκτησία μοναστηριού, το άλεσμα του σταριού της μονής γινόταν χωρίς να κρατά ο μυλωνάς την αμοιβή του.

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας η οθωμανική κυβέρνηση φορολόγησε τους νερόμυλους με ειδικούς νόμους, τους λεγόμενους «Kanunnames», αποδίδοντας το φόρο του μύλου στους νομείς-φεουδάρχες, τσιφλικάδες των γειτονικών στο μύλο περιοχών. Πολλές φορές ο μυλωνάς πλήρωνε σε είδος, δηλαδή οκάδες αλευριού, που έφτασαν, στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας, ακόμα και το 1/5 του συνολικού εισοδήματος, όπως αναφέρεται στον «Κώδικα της Λαμίας».

Μέχρι το πρώτο μισό του 20ου αι. οι ανάγκες του αγροτικού κυρίως πληθυσμού σε αλεύρι, το βασικότερο είδος διατροφής, καλυπτόταν από το παραδοσιακό δίκτυο ανεμόμυλων και νερόμυλων. Οι πρώτοι ατμόμυλοι, που λειτούργησαν κατά τη δεκαετία του 1860, στα μεγαλύτερα αστικά κέντρα της εποχής, ελάχιστοι τότε σε αριθμό, τριπλασιάστηκαν σχεδόν στη επόμενη δεκαετία και εξαπλώθηκαν σε περισσότερες πόλεις. Ωστόσο, σε πολλά μέρη της Ελλάδας πίστευαν πως ο νερόμυλος κάνει το καλύτερο αλεύρι.

Στην Επαρχία Δομοκού υπήρχαν αρκετοί γνωστοί νερόμυλοι. Στον Άγιο Γεώργιο Δομοκού, υπήρχε υδρόμυλος στο Κρικεσσόρεμα, δίπλα στο λόφο Αηδονάκι, με μυλωνά τον Θανάση Κοντοβά, με ετήσια παραγωγή γύρω στις 5.000 οκάδες. Ο μύλος έχει καταστραφεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια και μένει να τον θυμίζει το τοπωνύμιο: «ο μύλος του Κοντοβά». Υπήρχε επίσης, ο παλαιότατος, παραδοσιακός  νερόμυλος του Περιβολίου, στην ανατολική είσοδο του χωριού, κατασκευής του 1800, τον οποίο πολύ κάτοικοι θυμούνται να λειτουργεί. Αναπαλαιώθηκε εξ’ ολοκλήρου, το 2005, από το Δήμο Ξυνιάδος. Πέντε νερόμυλοι υπήρχαν και λειτουργούσαν, κάποιοι απ’ αυτούς μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960 περίπου, στον ποταμό Πενταμύλη στην περιοχή Μακρυρράχης - Αγόριανης Δομοκού. Το ποτάμι, παραπόταμος του αρχαίου Ονόχωνου (Σοφαδίτικος ή Μπουγιούκ-Τσαναρλής), αποτελεί την εκροή της λίμνης Ξυνιάδος (Νταουκλή) και τα πρασινωπά νερά του ήταν αρκετά ώστε να κινούν τους πέντε μύλους, από τους οποίους πήρε και το όνομά του.

Γύρω στα 1930 ο Ανδρέας Σδράλης από το Κούρνοβο (Τρίλοφο), κατασκεύασε έναν νερόμυλο στον Άγιο Στέφανο Δομοκού, λίγο πιο πάνω από τη συμβολή των δύο Ιτιορεμάτων, απέναντι από το σιδηροδρομικό σταθμό της Καλλιπεύκης και τον οποίο προσπάθησε να κινήσει με τα νερά της Μεγάλης Βρύσης. Η προσπάθειά του φαίνεται ότι απέτυχε, καθώς η παροχή νερού από την εν λόγω πηγή δεν ήταν ικανή να κινήσει το μύλο, εφόσον η παροχή του νερού ήταν κυμαινόμενη και όχι ικανοποιητική. Ο μύλος μετατράπηκε σε μηχανοκίνητο, όμως και πάλι δεν κατάφερε να δουλέψει καθώς η πελατεία του ήταν μικρή. Οι κάτοικοι του Αγίου Στεφάνου και της Κορομηλιάς άλεθαν ανέκαθεν τα σιτηρά τους στους μύλους Νταουκλί (Ξυνιάδας) και Δερελί (Περιβολίου). Στην Κορομηλιά, υπήρξε υδρόμυλος, του Γιάννη Κατσιλογιάννη, στο «Κερασόρεμα», ο οποίος είχε δυναμική δέκα χιλιάδων οκάδων ετησίως, σήμερα είναι κατεστραμμένος. Στην Ξυνιάδα υπήρχε και λειτουργούσε ατμόμυλος, δίπλα στη μεγάλη λιμνοδεξαμενή, απ’ την οποία τροφοδοτούνταν με νερό για τη δημιουργία ατμού, κατασκευασμένος από τον «Αφέντη» τσιφλικά Γεώργιο Πλατανιώτη. Υπήρχε ακόμη ένας πετρελαιοκίνητος μύλος στην ανατολική είσοδο του χωριού ο οποίος καταστράφηκε μετά από έκρηξη νάρκης μετά τον πόλεμο και την κατοχή, κατά την οποία μάλιστα υπήρξαν και δύο θύματα από την Ξυνιάδα.

Όπως αναφέρει ο Θ. Αποστολόπουλος στο βιβλίο του «Το γενεαλόγιο των Ομβριακιτών», «ο Σεραφείμ Ζαχαρής διατηρούσε νερόμυλο στην Ομβριακή, με τον Νικολάκη Αθ. Γουργιώτη (Γκρέκα), στο ρέμα που συναντάται με τον δρόμο που πάει για το μοναστήρι. Λειτουργούσε μέχρι την δεκαετία του 1980, από τους Γιώργο Ν. Γουργιώτη και Δημήτρη Μπεκρή. Ο μύλος είχε ετήσια παραγωγή, τριάντα τόνων περίπου. Στη συνέχεια λειτούργησε σαν ατμόμυλος. Όπως διηγείται ο Κώστας Ιωάν. Νούκος (γεν. 1914), ο μύλος αυτός λειτουργούσε αρχικά με ξύλα, τα οποία έφερνε με το κάρο ο πατέρας του από την Καΐτσα. Το συμβόλαιο 9735/1915 του υποθηκοφυλακείου Δομοκού, αναφέρει, ότι ο Χαράλαμπος Κόκκινος πούλησε το μισό του ατμόμυλου στη θέση Πλάτανος Ομβριακής, που συνορεύει με οικόπεδα Μανωλόπουλου, Κακλή και Τσότρα, στο γιατρό Δημήτριο Θ. Μανωλόπουλο, στον οποίο ανήκε το άλλο μισό. Ο Δημήτριος Θ. Μανωλόπουλος με το συμβόλαιο 9965 της 31.1.1916 πούλησε το μύλο στον αδερφό του Ν. Μανωλόπουλο ιερέα εφημέριο και Θωμά Ζάχαρη, ενώ ο Παπανικόλας με το συμβόλαιο 11633 της 31.12.1917 πουλάει στο Σεραφείμ Ζαχαρή. Φαίνεται, ότι στη συνέχεια ο Θωμάς Δ. Ζάχαρης, που μεταδημότευσε στην Θεσσαλονίκη, πούλησε στον Νικόλαο Αθ. Γουργιώτη».

Στην Εκκάρα, υπήρχαν δύο υδρόμυλοι στη θέση «Μύλος», ο πρώτος του Παναγιώτη Οικονόμου, που άλεθε περί τους δέκα τόνους δημητριακά το χρόνο κι έχει καταστραφεί. Ο δεύτερος, παραδοσιακός νερόμυλος, στη ίδια θέση, ο οποίος είχε την ίδια περίπου παραγωγή με τον πρώτο, διατηρείται και σήμερα ως σημαντικός πολιτιστικός πόλος αναφοράς, διατηρητέος και πρόσφατα αποκαταστημένος, ο οποίος αποτελεί προβιομηχανικό μνημείο της νεότερης ιστορίας της περιοχής.

Στο Θαυμακό και σε απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου ανατολικά προς το Δομοκό λειτουργούσε παλαιότερα συγκρότημα με επτά νερόμυλους (Παπασταθόπουλος) και στη θέση «παλιόχανα», που σήμερα δεν υπάρχουν. Για συγκρότημα δέκα υδρόμυλων στο ίδιο σημείο, κάνουν λόγο οι Γεώργιος Δημητρούλας (1935) και Θεόδωρος Καρατζάς (1962) καθώς, όπως αναφέρουν: «προς την βορειοανατολικήν πλευράν και επί της στενωπού κοίλης προς την Θεσσαλικήν πεδιάδα μεγάλη πηγή με το όνομα «Κάτω Μάτι» ή «ποτάμι» αναβρύουσα, ικανή ποσότητα ύδατος, εξ ου κινούνται περίπου δέκα υδρόμυλοι κείμενοι κλιμακηδόν».

Υδρόμυλους συναντάμε και στην περιοχή «Μύλια» του Πουρναρίου Δομοκού. Σύμφωνα με αναφορές παλαιότερων κατοίκων του χωριού τα «μύλια» (μύλοι), ήταν κάποτε κατοικημένη περιοχή. Κάτοικοί της ήταν κυρίως μυλωνάδες και ιδιοκτήτες των μύλων. Κάτοικοι από όλα τα κοντινά χωριά του Δομοκού πήγαιναν εκεί με τα γαϊδουράκια τους φορτωμένα σιτάρι, για αλέσουν και να προμηθευτούν το πολύτιμο αλεύρι. Από αυτούς που θυμόταν ο μπάρμπα - Κώστας Βασιλόπουλος ήταν οι Αριστοτέλης Σταμούλης, Ράλλης από Δομοκό, Σταμούλης Δημ., Στέκος Αθανάσιος, Κουλουμπρούκας Ηλίας, Ευριπίδης Γραβάνης, Γεώργιος Κουλουμπρούκας και στον μύλο του Θαυμακού ο Ορέστης Τράντας. Αναφορά στους νερόμυλους του Πουρναρίου υπάρχει και στο βιβλίο του Αντωνίου Μηλιαράκη το 1878, ο οποίος αναφέρει: «…και εκείθεν καταλείποντες προς δυσμάς τον Δομοκό, διευθύνονται προς τους παρά τω χωρίω Πουρνάρι υδρόμυλους, οπόθεν διέρχεται η εκ Δομοκού προς Φάρσαλα οδός».

Στο Νέο Μοναστήρι, στο παλιό χωριό, υπήρχε ο μύλος των Αδελφών Γεωργούση, με μεγάλη ετήσια παραγωγή, περίπου χιλίων τόνων, ο οποίος εγκαταλείφθηκε.

Στον Παλαμά Δομοκού, υπήρχαν τουλάχιστον τρεις νερόμυλοι, οι οποίοι έχουν πλέον γκρεμιστεί. Ο πρώτος, στη θέση του Αγίου Αθανασίου, με μικρή παραγωγή αλεύρων, περί τις τετρακόσιες οκάδες, ο δεύτερος, κοντά στο νέο οικισμό, ο οποίος ανήκε στην Ιερά Μονή Αντινίτσης και είχε ίδια περίπου παραγωγή με τον προηγούμενο, ενώ ο τρίτος, ήταν επίσης βακούφικος, ανήκε δηλαδή κι εκείνος στην Ιερά Μονή Αντίνιτσας, με παραγωγή περίπου επτακοσίων οκάδων αλέσματος ετησίως.

Στις Καρυές Δομοκού, υπήρχε νερόμυλος του Κώστα Παπακωνσταντίνου, στο Σαραντόρεμα, που άλεθε περίπου τρεις τόνους άλεσμα ετησίως, ο οποίος έχει εγκαταλειφθεί. Στο Μακρολείβαδο, λειτουργούσε βακούφικος νερόμυλος, στην τοποθεσία «Καλαμάκια», μισογκρεμισμένος σήμερα. Στη Νέα Μάκριση Δομοκού, υπήρχε και λειτουργούσε ο νερόμυλος του Γιώργου Αλευρά, ο οποίος άλεθε 15.000 οκάδες άλεσμα το χρόνο. Ο μύλος αυτός έχει καταστραφεί.

Επίσης, λειτουργούσε ο παραδοσιακός νερόμυλος του Παπαρρίζου, στη Φιλιαδώνα Δομοκού, ο οποίος αποτελεί ιστορικό μνημείο της περιοχής. Ο μύλος άλεθε περί τους εκατό τόνους άλεσμα το χρόνο και λειτουργούσε ανελλιπώς ως το 1998. Ο δεύτερος υδρόμυλος της Φιλιαδώνας, στην θέση «Μύλοι», του Παπαρρίζου, με δυναμικότητα εξήντα τόνων αλεύρων ετησίως, έχει πλέον γκρεμιστεί.

Δύο νερόμυλοι στη θέση «Γέφυρα», εκατέρωθεν της κεντρικής γέφυρας στη Μαντασιά, λειτουργούσαν για πολλά χρόνια και μέχρι το 1970, έκαναν το τοπίο γραφικό και του έδιναν μια ιδιαίτερη ομορφιά. Όπως γράφει ο Γιώργος Μπουρογιάννης στο βιβλίο του για τη Μαντασιά, ο νερόμυλος που βρισκόταν από τη μεριά του χωριού της Μαντασιάς ήταν κοινοτικός. Για πολλά χρόνια και μέχρι το 1940, τον εκμεταλλευόταν κάποιος από το Καραχασάν επονομαζόμενος «Αλατάς». Το ενοίκιο που είχε υποχρέωση να καταβάλλει στην Κοινότητα, συμφωνήθηκε ως εξής: Για δύο ημέρες, συνήθως Σαββατοκύριακο, το αυλάκι που τροφοδοτούσε με νερό το μύλο, ήταν στη διάθεση των κατοίκων για να ποτίζουν τα «κήπια» τους, ενώ μυλωνάς, είχε την υποχρέωση να καθαρίζει και να διατηρεί το μυλαύλακο σε καλή κατάσταση, για όσο διάστημα ήταν αυτό σε χρήση. Από το 1955 και μετά, την εκμετάλλευση του νερόμυλου ανέλαβε ο Μάρκος Μπαρούτας, ο οποίος ήρθε από τον Αλμυρό και εγκαταστάθηκε εκεί μόνιμα. Ο μύλος άλεθε 500.000 οκάδες το χρόνο.  Ο άλλος νερόμυλος από την απέναντι όχθη ήταν Αϊδημοσλίτικος. Πρώτος τον αγόρασε από τους Τούρκους ο Αναστάσιος Κουβέλης και αργότερα ως συνέταιρος με μικρό μερίδιο, συμμετείχε και ο Γεώργιος Παπαδημητρίου (Παπαδογιώργος). Στη συνέχεια τον εκμεταλλεύτηκε για λίγα χρόνια και μέχρι το 1936 ο Γιάννης Λαγός, οπότε τον αγόρασαν οι Αποστόλης Παπακωνσταντίνου και Αντώνης Μάρτζης, που ήρθαν από το Καστανόφυτο Καστοριάς. Οι κάτοικοι που χρησιμοποιούσαν το νερό το οποίο τροφοδοτούσε τον μύλο αυτό, πλήρωναν δικαίωμα άρδευσης σε είδος, συνήθως κάποιες οκάδες σιτάρι. Ο νερόμυλος είχε μεγάλη ετήσια παραγωγή, ενώ σήμερα είναι μισογκρεμισμένος. Υπήρχε επίσης και λειτουργούσε με μεγάλη δυναμικότητα, ο παλαιός νερόμυλος Τράντα στο Δομοκό.

Αξίζει να αναφέρουμε πως, στο Δομοκό, ως τα τέλη του 19ου αιώνα, λειτουργούσαν ανεμόμυλοι, κοντά στη θέση «Κοτρώνι», οι οποίοι μάλιστα εμφανίζονται σε γκραβούρες περιηγητών της εποχής και σε μοναδική φωτογραφία στα τέλη του 19ου αι. που παρουσιάζουμε, αλλά το μόνο που θυμίζει σήμερα την παρουσία τους είναι η οδός «Ανεμομύλων». Ο Γιώργος Δημητρούλας το 1935 και ο Θεόδωρος Καρατζάς το 1962, αναφέρουν πως ο ανεμόμυλος του Δομοκού: «κείται δεξιότερον της θέσεως Χοσού-Κοτρώνι, εις την ανατολικήν άκραν της πόλεως πλησίον οικίας Γ. Δημοπούλου-Γώγου, εις ον παλαιότερον και επι τουρκοκρατίας οι κάτοικοι ήλεθον τα σιτηρά των».

Να σημειώσουμε ότι σε πολλά μυλοτόπια λειτουργούσαν με τη δύναμη του νερού εργαστήρια επεξεργασίας και καθαρισμού των υφαντών, οι λεγόμενες νεροτριβές (μαντάνια και ντριστέλες), με χαρακτηριστικό δείγμα στην περιοχή μας τη ντριστέλα, που λειτουργεί ακόμη και σήμερα, στην Ανάβρα Αλμυρού (Γούρα).

«Αν τινάξει ο μυλωνάς τα ρούχα του κάνει πίτα και κουλούρα!»

Πηγές:

Καρέλης Δημήτρης, Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας – Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού, Δομοκός, 2013.

Ιστοσελίδα: https://amfictyon.blogspot.com

 

Δημήτρης Β. Καρέλης

Συγγραφέας -Αρθρογράφος - Πολιτισμολόγος,

Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό

της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.

karelisdimitris@gmail.com

Copyright © 2021

Ο ανεμόμυλος του Δομοκού
Ανεμόμυλος κοντά στο «Κοτρώνι», στον Δομοκό.

Ο νερόμυλος της Εκκάρας
Νερόμυλος στην Εκκάρα.

Ο νερόμυλος της Εκκάρας
Νερόμυλος στην Εκκάρα.

Ο νερόμυλος του Περιβολίου Δομοκού
Νερόμυλος στο Περιβόλι.

Ο παραδοσιακός Νερόμυλος στη Φιλιαδώνα Δομοκού
Νερόμυλος στη Φιλιαδώνα. 

Ο παραδοσιακός Νερόμυλος στη Φιλιαδώνα Δομοκού
Νερόμυλος στη Φιλιαδώνα - εσωτερικό.

Ο παραδοσιακός Νερόμυλος στη Φιλιαδώνα Δομοκού
Νερόμυλος στη Φιλιαδώνα - εσωτερικό.

Ο παραδοσιακός Νερόμυλος στη Φιλιαδώνα Δομοκού
Νερόμυλος στη Φιλιαδώνα 

Φωτογραφίες αχρείο Δημήτρη Β. Καρέλη, Copyright © 2021


*Δημήτρης Β. Καρέλης



Ιστορικός - Πολιτισμολόγος - Συγγραφέας

Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό

της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.

Copyright © 2022 - All Rights Reserved 





#buttons=(Ok, Go it!) #days=(20)

Our website uses cookies to enhance your experience. Learn more
Ok, Go it!