Την παραμονή της πρώτης του Μάρτη, στο νοικοκυριό γίνονταν εποχικοί καθαρμοί (τινάγματα ρούχων, σκουπίσματα), χτυπούσαν γουδιά, κουδούνια και κατσαρολικά κι έλεγαν διάφορες επωδές: « Όξω ψύλλοι και κοριοί, μέσα Μάρτης και Λαμπρή», «Όξω, Κουτσοφλέβαρε, να' ρθει ο Μάρτης με χαρά!»
Το άσμα της χελιδόνας (χελιδόνισμα) την πρώτη Μαρτίου, είναι αρχαίο «αγυρτικόν άσμα», όπως η Ειρεσιώνη και το Κορώνισμα, που διασώθηκε, μέσω των βυζαντινών χρόνων. Κατά το έθιμο της «χελιδόνας»,τα παιδάκια περιφέρονταν μ’ ένα ξύλινο χελιδόνι στις γειτονιές και τραγουδούσαν: «Ήρθεν, ήρθε χελιδόνα, ήρθε κι άλλη μεληδόνα, κάθισε και λάλησε και γλυκά κελάηδησε!», «Μάρτη, Μάρτη μου καλέ και Φλεβάρη φλιβερέ, κι αν χιονίσεις κι αν ποντίσεις, πάλε άνοιξη μυρίζεις!».
Ο κύριος σκοπός του άσματος, δεν ήταν ο εορτασμός της επανόδου των χελιδόνων, αλλά η αποτροπή των κακών του χειμώνα.
Ο ήλιος όμως του Μάρτη μαυρίζει εύκολα: «Aπούχει κόρη ακριβή , του Μάρτη ήλιος μην την δει!», γι’ αυτό την Πρωτομαρτιά, οι παλαιοί δένανε μια κόκκινη κλωστή στο χέρι για να μην τους μαυρίζει ο ήλιος και μια στο πόδι για να μη σκοντάφτουνε, σαν ένα είδος φυλαχτού. Άλλοι την καίγανε στη λαμπάδα της Λαμπρής κι άλλοι «τ’ Άι - Γιωργιού που ψένανε τ’ αρνιά» .
Μάρτης, μάρτα, μαρτίτσα, μαρτίτσια, στριφτό και μερτοάτανο, ονομάζεται τούτο το δίχρωμο γαϊτάνι, που γίνεται από στριμμένες κλωστές, μαζί άσπρη και κόκκινη, γνωστό και πανελλήνιο έθιμο, που φαίνεται πως έχει τις ρίζες του στα προελληνικά χρόνια. Στην Κόρινθο, οι πλούσιες εταίρες έδεναν στο χέρι τους κόκκινη κλωστή τυλιγμένη με ξανθές τρίχες. Συνήθως την κλωστή αυτή την έδεναν οι ανύπαντρες, με την ελπίδα πως τον επόμενο χρόνο (Μάρτη) θα ήταν παντρεμένες.
Αλλού έστριβαν μια κλωστή χρυσαφιά, μαζί με μια κλωστή βροχό (βρασμένο μετάξι άσπρο) και μια κλωστή κόκκινο μετάξι. Το «Μάρτη», τον έδεναν στο δεξιό χέρι των μικρών παιδιών και τον έβγαζαν μόνο άμα έβλεπαν λέλεκα ή χελιδόνα, ενώ τον απόθεταν σ’ ένα δένδρο, για να τον πάρει το χελιδόνι και να τους φέρει δώρα. Τα κορίτσια έκαναν το «Μάρτη» σαν δαχτυλίδι, βραχιόλι ή περιλαίμιο.
Ξέχωρα φυλάγονταν οι παλιοί κι απ’ τον πρωινό: «Του Μάρτη αυγές με κάψανε, του Μάη τα μεσημέρια!».
Το Μάρτιο γενικά τον χαρακτηρίζει η αστάθεια του καιρού, οι απότομες διακυμάνσεις μεταξύ κρύου και ζέστης: «Τα λόγια του είναι στερεά σαν του Μαρτιού το χιόνι, όπου το ρίχνει από βραδύς κι ως το πρωί το λιώνει!» και «Μάρτη ξύλα φύλαγε μην κάψεις τα παλούκια!». Απ’ τους άστατους καιρούς του, ο κόσμος τον παρανόμασε «Πεντάγνωμο» : «Ο Μάρτης και πεντάγνωμος, πέντε φορές εχιόνισε και πάλι το μετάνιωσε, που δεν εξαναχιόνισε» και «Μάρτης, γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης» ή «Κάλιο Μάρτης στις γωνιές, παρά Μάρτης στις αυλές». «Μάρτ’ς κι απέ Μάης», έλεγαν οι πλανόδιοι τσιγγάνοι, ξορκίζοντας το κρύο του χειμώνα.
Για τούτες τις μεγάλες καιρικές του μεταπτώσεις, καθώς ο «Μάρτης ώρες κλαίει, ώρες γελάει», ο λαός έπλασε έναν μύθο: «Ο Μάρτης έχει, λέει, δυο γυναίκες, μια όμορφη και μια άσκημη. Άμα το λοιπόν πααίνει ν ' ανταμώσει την όμορφη είναι χαρούμενος και κάνει καλοσύνες, κι όντας πααίνει να βρει την άσκημη χαλά το κέφι του και κατσουφιάζει!».
Ωστόσο, δεν ήταν όλοι δυσαρεστημένοι με τις Μαρτιάτικες βροχές: «Μάρτης έβρεχε θεριστής εχαίρονταν» και «Αν κάμει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σε εκείνο το γεωργό πώχει πολλά σπαρμένα!».
Ο Μάρτης περιλαμβάνει το κύριο μέρος της νηστείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής: «Δεν λείπει ο Μάρτης από την Σαρακοστή».
Συγγραφέας- Αρθρογράφος -Πολιτισμολόγος,
Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό
της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.
karelisdimitris@gmail.com