«Ανασυνθέτοντας τις αρχαιολογικές μαρτυρίες μιας αρχαιολογικής θέσης - Ο Νεολιθικός οικισμός της Κουτρουλού Μαγούλας»



«Ανασυνθέτοντας τις αρχαιολογικές μαρτυρίες μιας αρχαιολογικής θέσης  - Ο Νεολιθικός οικισμός της Κουτρουλού Μαγούλας»


Γράφει ο Δημήτρης Β. Καρέλης



ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος.

Ενότητα Α΄: Διερευνώντας τα αρχαιολογικά δεδομένα μιας αρχαιολογικής θέσης - Η νεολιθική αρχαιολογική θέση Κουτρουλού Μαγούλα στη Φθιώτιδα.

Ενότητα Β΄: Ανασύνθεση της ανθρώπινης δραστηριότητας σε ένα αρχαιολογικό τόπο – Η περίπτωση του Νεολιθικού οικισμού της Κουτρουλού Μαγούλας.

Επίλογος.

Βιβλιογραφία.


Πρόλογος


Οι αρχαιολόγοι, εργαζόμενοι συστηματικά σ’ έναν αρχαιολογικό τόπο, χρησιμοποιούν ένα ευρύ φάσμα επιστημονικών μεθόδων και αρχαιολογικών πηγών, όπως υλικά υπολείμματα, μεμονωμένα αντικείμενα, τέχνεργα, ερείπια και μνημεία παλαιότερων ανθρώπινων κοινωνιών και δραστηριοτήτων, ενώ παράλληλα μελετούν το φυσικό περιβάλλον, τις οικιστικές δομές, την οικολογία και την οικονομία, στην προσπάθειά τους να ανασυνθέσουν το απώτερο ανθρώπινο παρελθόν, αναδομώντας τις αρχαιότερες κοινωνίες και τον τρόπο διαβίωσής τους (Σμπόνιας, 2003: 237).

Αρχικά, ανασκάπτουν την αρχαιολογική θέση και στη συνέχεια ταξινομούν και κατηγοριοποιούν τα αρχαιολογικά δεδομένα που ανακαλύπτουν, χρησιμοποιώντας διάφορες μεθόδους, με βάση τα χαρακτηριστικά τους και τον στόχο της ταξινόμησης (Σμπόνιας, 2003: 237). Στη συνέχεια μελετούν τον κατοικημένο χώρο και τις δραστηριότητές του, αλλά και το φυσικό περιβάλλον, η ανασύσταση του οποίου αποτελεί εξαιρετικό παράγοντα κατά την ανάλυση και αναβίωση του αρχαιολογικού τόπου, ενώ διερευνούν και ανασυνθέτουν μεθοδολογικά την κοινωνική του οργάνωση και προσεγγίζουν, με την δέουσα προσοχή, την οικονομία της επιβίωσης (Σμπόνιας, 2003: 237).

Στην πρώτη ενότητα της παρούσης εργασίας διερευνούμε τα αρχαιολογικά δεδομένα μιας αρχαιολογικής θέσης και συγκεκριμένα την νεολιθική αρχαιολογική θέση Κουτρουλού Μαγούλα στη Φθιώτιδα, περιγράφοντας το είδος, τις ενδείξεις  χρονολόγησης και την γεωγραφική τοποθέτησή της, παρουσιάζοντας παράλληλα τις γενικές κατηγορίες αρχαιολογικών δεδομένων.

Στην δεύτερη ενότητα, ανασυνθέτουμε την ανθρώπινη δραστηριότητα σε ένα αρχαιολογικό τόπο, μελετώντας ειδικότερα την περίπτωση του Νεολιθικού οικισμού της Κουτρουλού Μαγούλας, με μεθοδολογική προσέγγιση.

 


Ενότητα Α΄: Διερευνώντας τα αρχαιολογικά δεδομένα μιας αρχαιολογικής θέσης - Η νεολιθική αρχαιολογική θέση Κουτρουλού Μαγούλα στη Φθιώτιδα.

 

Η βάση στην οποία εδράζεται η μελέτη και αναδόμηση των ποικιλόμορφων δραστηριοτήτων που έλαβαν χώρα σε μια αρχαιολογική θέση, είναι η μορφολογία και ο σχεδιασμός της θέσης, η διάταξη και η συσχέτιση των κτισμάτων και των παντός είδους κατασκευών, των τεχνέργων και των οικουργημάτων, που αντικατοπτρίζουν τις δομές της αρχαίας ανθρώπινης διαβίωσης και διαγωγής (Σμπόνιας, 2003: 193).

Για το λόγο αυτό ο ευρύτερος γεωγραφικός χώρος μιας θέσης, αποτελεί εξαιρετικό πεδίο μελέτης στην δραστηριότητα της ανασύστασης των αρχαίων κοινωνιών, καθώς και το περιβαλλοντικό τοπίο, το οποίο συμπεριλαμβάνει τόσο τη γεωμορφολογία και την σύσταση του εδάφους, όσο και την χλωρίδα και την πανίδα που έχουν άμεση συνάρτηση με τις ανθρώπινες δράσεις, που αφορούν την κατοίκηση, τη διατροφή, τη λατρεία και τη χρήση γης (Σμπόνιας, 2003: 201).

Ένα ακόμη ουσιαστικό πεδίο έρευνας αποτελεί η κοινωνική οργάνωση και διάρθρωση των ομάδων ενός οικισμού, που αφορούν στις μορφές της οργάνωσης, τα συστήματα ιεραρχίας, τα ταφικά δεδομένα, το ρόλο των φύλων, τις σχέσεις συνεργασίας και αμοιβαιότητας μεταξύ των μελών, αλλά και των ανθρώπων άλλων φυλετικών ομάδων της ευρύτερης περιοχής (Σμπόνιας, 2003: 209).

Επιπλέον, η οικονομική οργάνωση και ιδιαίτερα η οικονομία της επιβίωσης, η οποία έχει ως στόχο την παραγωγή τροφής για την επιβίωση μιας κοινωνίας, αποτελεί σπουδαίο ερευνητικό πεδίο, καθώς καταδεικνύει την εκμετάλλευση φυσικών πηγών, την τεχνολογία και τις συναλλαγές που είχαν αναπτύξει, ενώ αντικείμενο μελέτης αποτελούν κυρίως τα ζωικά και φυτικά κατάλοιπα (Σμπόνιας, 2003: 221).

Ένα ακόμη πεδίο έρευνας αποτελεί η ανθρώπινη σκέψη και ο συμβολισμός, μέσα από τη μελέτη της ανάπτυξης της γνωστικής ικανότητας των ανθρώπων (Σμπόνιας, 2003: 238).

Μια σπουδαία αρχαιολογική θέση η οποία αποτέλεσε πεδίο ανασκαφικής έρευνας, με σημαντικά αποτελέσματα, είναι η Κουτρουλού Μαγούλα στην Βόρεια Φθιώτιδα.

Η αρχαιολογική θέση Κουτρουλού Μαγούλα εντοπίζεται στην κεντρική Ελλάδα και στο νοτιοδυτικό άκρο του Θεσσαλικού κάμπου, εντός των ορίων του Νομού Φθιώτιδας, 10,40 χλμ. βόρεια της πόλης του Δομοκού και 2,5 χλμ. νότια του Νέου Μοναστηρίου, εγγύτερα στο χωριό Βαρδαλή Δομοκού (Κυπαρίσση-Αποστολίκα & Χαμηλάκης, 2015: 969).

Αποτελεί τμήμα ενός πλούσιου αρχαιολογικού τόπου, μεταξύ των οποίων  συμπεριλαμβάνονται δεκάδες Νεολιθικές θέσεις και χρονολογείται κυρίως στη Μέση Νεολιθική (5800-5300 π.Χ.), με βάση τη συμβατική χρονολόγηση, η δε συστηματική ανασκαφική δραστηριότητα στην περιοχή, με επικεφαλής την Δρ. Ν. Κυπαρίσση-Αποστολίκα, ξεκίνησε το 2001, με ευθύνη της ΙΔ΄ ΕΠΚΑ, ενώ από το 2010 η ανασκαφή συνεχίζεται με την συνεργασία της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας Νότιας Ελλάδας και του Πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον, μέσω της Βρετανικής Σχολής Αθηνών, υπό την επίβλεψη της ΙΔ' Εφορείας Προϊστορικών & Κλασσικών Αρχαιοτήτων (Hamilakis & Kyparissi-Apostolika, 2012).

Σύμφωνα με την τοπογραφική μελέτη του χώρου, η Κουτρουλού Μαγούλα βρίσκεται σε υψόμετρο 130,7 μ., το ύψος της σε σχέση με τον περιβάλλοντα χώρο είναι 6,60 μ., ενώ έχει μήκος 206 μ. και πλάτος 130,7 μ. και καταλαμβάνει έκταση 37 στρεμμάτων (Κυπαρίσση-Αποστολίκα & Χαμηλάκης, 2015: 970).

Τα τριακόσια πήλινα ειδώλια που βρέθηκαν εντός του οικισμού, τα οποία αναπαριστούν τη Μητέρα Θεά, παιχνίδια, αλλά και συμβολικά αντικείμενα των ανθρώπων στη Μέση Νεολιθική εποχή, μεταξύ των οποίων και μιας αυλητρίδας ηλικίας 7.500 χρόνων, κατέταξαν τον αρχαιολογικό χώρο της Κουτρουλού Μαγούλας στις δέκα καλύτερες ανασκαφές ανά τον κόσμο, για το έτος 2013 (Κοντράρου-Ρασσιά, 2014).

Τα ειδώλια ετούτα εμφανίζουν ιδιαίτερη ποικιλομορφία και διαφορετικότητα στο διάκοσμό τους, αρκετά από αυτά ανήκουν στον τριποδικό ή τετραποδικό τύπο, ενώ τα πτηνόμορφα, τα οποία συχνάκις είναι και ανθρωπόμορφα, παρουσιάζουν επίσης εξαιρετικό ενδιαφέρον (Μάρκου, 2013).

Η οικιστική αρχιτεκτονική, της Μέσης Νεολιθικής, όπως αυτή αποκαλύφθηκε από την ανασκαφική έρευνα, αποκάλυψε διαδοχικές οικοδομικές φάσεις σε στρώματα βάθους τουλάχιστον 2,48μ., ενώ αποκαλύφθηκαν εξ ολοκλήρου δύο ορθογώνια κτίρια, ενώ άλλα μερικώς, καθώς διαδοχικά κτίρια ανοικοδομήθηκαν στον ίδιο χώρο, ενίοτε με σεβασμό σε προηγούμενους προσανατολισμούς (Hamilakis & Kyparissi-Apostolika, 2012).

Οι τοιχοποιία φέρει πέτρινη θεμελίωση, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις οι πέτρινοι τοίχοι διατηρήθηκαν σε ύψος άνω του ενός μέτρου, αυξάνοντας την πιθανότητα να κατασκευάστηκαν εξολοκλήρου από πέτρα (Hamilakis & Kyparissi-Apostolika, 2012).

Κατά τις διαδοχικές φάσεις ανοικοδόμησης χρησιμοποιήθηκαν πέτρες διαφορετικής υφής και χρώματος (λευκός μαλακός ασβεστόλιθος, έναντι γκρι και γωνιώδους σκληρότερου ασβεστόλιθου), οι οποίες θα είχαν ιδιαίτερο αισθητικό αποτέλεσμα, εάν έμεναν εκτεθειμένες, ενώ κάτω από τα χωμάτινα δάπεδα, από πατημένο χώμα ή πηλό, βρέθηκαν τοποθετημένα πλακόστρωτα υποδαπέδια υπολείμματα, κατασκευασμένα από μικρές, επίπεδες ή ημικυκλικές πέτρες, ενώ το δεύτερο κτίριο, στο υψηλότερο σημείο του χώρου, ήταν σχεδόν κενό ευρημάτων και ενδεχομένως σκόπιμα καταστραμμένο κατά τη Νεολιθική περίοδο (Hamilakis & Kyparissi-Apostolika, 2012).

Οι χώροι μεταξύ των κτιρίων, συμπεριλαμβανομένου και ενός υπαίθριου ή ημιυπαίθριου πλακόστρωτου προαυλίου, καθώς κατά τα φαινόμενα ήταν τόπος που λάμβαναν χώρα διάφορες οικοτεχνικές δραστηριότητες, περιείχαν εστίες και άλλες κατασκευές, ενώ παράλληλα ήταν εξαιρετικά πλούσιοι σε ευρήματα, αντικείμενα οικιακής χρήσης, υπολείμματα φαγητού, οστά, εργαλεία, μικροαντικείμενα και ειδώλια (Hamilakis & Kyparissi-Apostolika, 2012 - Κυπαρίσση-Αποστολίκα & Χαμηλάκης, 2015: 971).

Υπογραμμίζουμε τον σπουδαίο αριθμό από μυλόπετρες που βρέθηκαν εδώ, ενώ τα κινητά ευρήματα της θέσης και ειδικότερα η πλούσια κεραμική, υπάγεται στη Μέση Νεολιθική, ενώ φανερώνει διασύνδεση τόσο με την Θεσσαλία, όσο και με την Στερεά Ελλάδα (Κυπαρίσση-Αποστολίκα & Χαμηλάκης, 2015: 971).

Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η σπουδαία ανθρώπινη δραστηριότητα κατά τους ύστερους χρόνους και την εποχή του Χαλκού, ως τους Βυζαντινούς, τους Μεσαιωνικούς και τους Νεότερους Χρόνους, καθώς η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως ένα, πιθανότατα θολωτό, πέτρινο ταφικό μνημείο της Ύστερης Εποχής του Χαλκού ή της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, έναν τάφο με τον πλήρη σκελετό μιας νεαρής γυναίκας, που χρονολογείται κατά το 1100-1200 μ.Χ. περίπου, αλλά και μεσαιωνική αγγειοπλαστική (Κυπαρίσση-Αποστολίκα & Χαμηλάκης, 2015: 972).

 

 


 Ενότητα Β΄: Ανασύνθεση της ανθρώπινης δραστηριότητας σε ένα αρχαιολογικό τόπο – Η περίπτωση του Νεολιθικού οικισμού της Κουτρουλού Μαγούλας.

 

Η αρχαιολογική έρευνα διαθέτει σήμερα εξαιρετικά εργαλεία για την μελέτη και ανάλυση των αρχαιολογικών δεδομένων που προκύπτουν από την σκαπάνη του Αρχαιολόγου σε μια αρχαιολογική θέση, στην προσπάθεια διερεύνησης και ανασύστασης της κοινωνικής οργάνωσης στις πρώιμες ανθρώπινες κοινότητες (Renfrew & Bahn, 2013: 225).

Αρχικά πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα για τον τρόπο οργάνωσης των κοινωνιών αυτών και ακολουθούν μια σειρά από ερωτήματα όπως, η ιεράρχηση της κοινωνίας, η τεχνική εξειδίκευση, το είδος της οικονομίας, εάν επρόκειτο δηλαδή για μια ανθηρή οικονομία με ελεύθερες συναλλαγές ή ήταν μια οικονομία επιβίωσης, αλλά και σε ότι αφορά το περιβάλλον, ερευνάται το οικοσύστημα της περιοχής, κάτι που θεωρείται θεμελιώδες για την όσο το δυνατόν πληρέστερη κατανόηση της δομής και της εξέλιξης των κοινωνιών αυτών (Renfrew & Bahn, 2013: 177, 227).

Κυριότεροι στόχοι της έρευνας των αρχαιολογικών δεδομένων της ανασκαφής στην Κουτρουλού Μαγούλα αποτελούν, η κατανόηση της κοινωνικής οργάνωσης και διαβίωσης της Μέσης Νεολιθικής κοινότητας, η οργάνωση κατοίκησης και η οικονομία της επιβίωσης, η εμπέδωση των συνηθειών στην κατανάλωση της τροφής, μέσω των ζωικών και φυτικών υπολειμμάτων, του εδάφους, των ιζημάτων και των άλλων ευρημάτων του χώρου, (Hamilakis & Kyparissi-Apostolika, 2012).

Στις δραστηριότητες και τις μεθόδους που ακολουθήθηκαν στην περίπτωση του Νεολιθικού οικισμού της Κουτρουλού Μαγούλας, συμπεριλαμβάνονται η συστηματική επιφανειακή έρευνα του χώρου, η τοπογραφική μελέτη και η νεότερη γεωφυσική διασκόπηση με τη Μαγνητομετρική Μέθοδο, ενώ για την ανάλυση του υλικού χρησιμοποιήθηκαν επίσης διάφορες μέθοδοι, όπως ανάλυση φυτολίθων, μέθοδοι απόλυτης χρονολόγησης, μικρομορφολογία εδάφους, κεραμική πετρολογία, αλλά και ανάλυση οργανικών καταλοίπων της  κεραμικής (Κυπαρίσση-Αποστολίκα & Χαμηλάκης, 2015: 969-970).

Πραγματοποιήθηκε επίσης «ψηφιακή καταγραφή και αναπαράσταση του χώρου», συστηματική συλλογή και κοσκίνισμα ολόκληρης της απόθεσης, αλλά και δειγματοληψία απ’ όλες τις στρωματογραφικές ενότητες για επίπλευση (contexts) (Κυπαρίσση-Αποστολίκα & Χαμηλάκης, 2015: 969-970).

Στην Κουτρουλού Μαγούλα, εφαρμόστηκε η ψηφιακή σάρωση και η τρισδιάστατη φωτογραμμετρία, μια τεχνική καταγραφής και τεκμηρίωσης αρχαιολογικών δεδομένων, η οποία έλκει την καταγωγή της στην υπολογιστική όραση (computer vision) (Παπαδόπουλος κ.ά., 2015: 981).

Ιδιαιτέρως σημαντικά κρίνονται και τα αποτελέσματα της τεχνικής της ψηφιακής σάρωσης μέρους των ειδωλίων, καθώς η τεκμηρίωση του αντικειμένου με τη μέθοδο αυτή καταγράφεται και αρχειοθετείται ως πλήρης τρισδιάστατη πληροφορία (Παπαδόπουλος κ.ά., 2015: 980).

Η μελέτη των ιζημάτων δύναται να αποκαλύψει σημαντικά στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με τις συνθήκες κατά τη δημιουργία, αλλά και την αποσύνθεσή τους, καθώς η γεωμορφολογία περιλαμβάνει επιμέρους τομείς όπως η ιζηματολογία, στην οποία συμπεριλαμβάνονται η ιζηματική πετρογραφία και η κοκκομετρία (Renfrew & Bahn, 2013: 197-198).

Επιπρόσθετα, η ανάλυση της χλωρίδας μπορεί να μας δώσει σημαντικές πληροφορίες για την ανασύνθεση της τοπικής βλάστησης σε μια αρχαιολογική θέση, αποτελεί όμως και έναν σημαντικό παράγοντα για την σκιαγράφηση του τρόπου ζωής των ανθρώπων που έζησαν εκεί, καθώς τα φυτά αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της τροφικής αλυσίδας των ανθρώπων αλλά και των ζώων (Renfrew & Bahn, 2013: 242).

Μια από τις σημαντικότερες τεχνικές μελέτης των μικροβοτανικών καταλοίπων είναι η ανάλυση της γύρης, γνωστή ως παλυνολογία, μια μέθοδος που αναπτύχθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, από τον Σουηδό βοτανολόγο Lennart von Post, η οποία δίνει μια σημαντική εικόνα για τις διακυμάνσεις της βλάστησης κατά την πάροδο του χρόνου (Renfrew & Bahn, 2013: 242).

Ένας σπουδαίος και ταχέως ανερχόμενος τομέας των μικροβοτανικών μελετών σχετίζεται με τους φυτόλιθους, λεπτά μέρη πυριτίου (οπάλιο φυτού) τα οποία συνήθως διατηρούνται ακόμη και μετά την αποσύνθεση ή την καύση του φυτού και ανιχνεύονται σε εστίες, τέφρα, αγγεία, λίθινα εργαλεία, ακόμη και σε δόντια φυτοφάγων ζώων, μια τεχνική που σε συνδυασμό με την ανάλυση γύρης μπορεί να καταστεί σημαντικός παράγοντας για την ανασύνθεση του περιβάλλοντος  (Renfrew & Bahn, 2013: 246).

Κατά την μελέτη των αρχαίων καρπών και σπόρων, συνήθως είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε το είδος τους, παρά το γεγονός ότι κάποιοι έχουν αφυδατωθεί, έχουν καεί ή αποσυντεθεί (Renfrew & Bahn, 2013: 250).

Η έρευνα των φυτών επισκιαζόταν πάντοτε από εκείνη της πανίδας, καθώς τα οστά και τα υπολείμματα των ζώων ήταν περισσότερο ορατά δια γυμνού οφθαλμού, παρότι τα φυτικά υπολείμματα είναι σαφώς περισσότερα από τα οστά των ζώων, ενώ τα κατάλοιπα των μικρών ζώων (μικροπανίδα) δίνουν πληροφορίες για το κλίμα και την περιβαλλοντική αλλαγή και τα μεγαλύτερα ζώα (μακροπανίδα) μας δίνουν μια σαφέστερη εικόνα της διατροφής των ανθρώπων κατά το παρελθόν (Renfrew & Bahn, 2013: 242-254).

Κατά την αρχαιοβοτανική μελέτη σε φυτικά κατάλοιπα στην Κουτρουλού Μαγούλα, ανιχνεύθηκε εξαιρετική ποικιλία δημητριακών, καρπών και οσπρίων, αλλά και αγριόχορτων, ενώ εντοπίστηκαν χιλιάδες θραύσματα ζωοαρχαιολογικών καταλοίπων, εκ των οποίων 7000 αναγνωρίσιμα κατ’ είδος, με τα αιγοπρόβατα να αποτελούν την μερίδα του λέοντος με 70%, με τα βοοειδή να έπονται με ποσοστό 14%, και τα χοιρινά με 11%, με την άγρια πανίδα να περιορίζεται πρωτίστως στο κόκκινο ελάφι και το ζαρκάδι (Κυπαρίσση-Αποστολίκα & Χαμηλάκης, 2015: 973).

Στις κοινωνίες ομάδων, η πολιτική και κυρίως η οικονομική οργάνωση, υφίσταται κατ’ αποκλειστικότητα σε επίπεδο τοπικό, ενώ για την διερεύνησή τους υπάρχουν στη διάθεση των αρχαιολόγων αρκετοί τρόποι. Στις υπαίθριες θέσεις οι εναποθέσεις κατοίκησης υπόκεινται σε μεγαλύτερη φθορά και διάβρωση απ’ ότι εκείνες των σπηλαίων, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη συστηματικής και προσεκτικής καταγραφής και ερμηνείας των επάλληλων στρωμάτων κατοίκησης (Renfrew & Bahn, 2013: 197-198).

Αναδομώντας το κοινωνικό προφίλ των κατοίκων της Κουτρουλού Μαγούλας, θα παρατηρήσουμε πως ήταν γεωργοί και είχαν διάφορα ζώα στην κατοχή τους, τα εργαλεία τους ήταν κατασκευασμένα από οψιδιανό και πυριτόλιθο, ενώ διατηρούσαν σχέσεις και επαφές με ανθρώπους σε οικισμούς των γειτονικών περιοχών, οι δε δραστηριότητες που λάμβαναν χώρα στον οικισμό αυτό, αλλά και η κατασκευή μεγαλύτερων έργων, όπως οι αντηρίδες και τα άνδηρα, παρέπεμπε σε συλλογική δράση με σπουδαία σημασία (Μάρκου, 2013).

Η εντατικοποίηση των καλλιεργειών για την παραγωγή τροφής, με νέες μορφές και μεθόδους καλλιέργειας της γης, όπως το όργωμα, αλλά και η εκμετάλλευση προϊόντων ζωικής παραγωγής, όπως το γάλα και το μαλλί, απαιτούσαν περισσότερα εργατικά χέρια και τελικά μία κεντρική οργάνωση του εργατικού δυναμικού της ομάδας, παραπέμποντας πιθανότατα σε μια αρχηγική κοινωνία (Renfrew & Bahn, 2013: 221).




Επίλογος

 

Κάθε αρχαιολογικό έργο αρχίζει με ένα ερευνητικό σχέδιο, το οποίο περιγράφει τους στόχους, αλλά και τις ερευνητικές ερωτήσεις στις οποίες ελπίζει να απαντήσει ο αρχαιολόγος-ερευνητής, καθώς επίσης αναφέρεται στις μεθόδους και τις τεχνικές που θα ακολουθηθούν στη συλλογή και την ανάλυση των αρχαιολογικών δεδομένων.

Η επιστήμη της Αρχαιολογίας έχει εξελίξει παλαιότερες και έχει αναπτύξει νέες αποτελεσματικότερες μεθόδους και τεχνικές για τη μελέτη του παρελθόντος, μέσα από μια συγκεκριμένη ερευνητική διαδρομή, από την επιφανειακή έρευνα, ως την ανασκαφή και την εργαστηριακή ανάλυση των ευρημάτων.

Οι αρχαιολόγοι βασίζονται επίσης σε μεθόδους άλλων επιστημών, όπως η βοτανική, η γεωλογία, η εδαφολογία και σήμερα η πληροφορική, ενώ χρησιμοποιούν ποικίλες τεχνικές με τις οποίες μπορούν να αναλύσουν και να χρονολογήσουν με σχετική ακρίβεια έναν αρχαιολογικό χώρο ή ένα τεχνούργημα.

Τα ανακτηθέντα τεχνουργήματα, αντικείμενα και κατάλοιπα, δίνουν στους επιστήμονες πολύτιμες πληροφορίες, για τις ζωτικές δομές, τη διατροφή, τα εργαλεία, τα όπλα, το ένδυμα και την κοινωνικότητα των ανθρώπων που τα κατασκεύασαν και τα χρησιμοποιούσαν, στην προσπάθειά τους να αναδομήσουν και να ανασυνθέσουν τα διάσπαρτα θραύσματα του απώτερου παρελθόντος.

Ο Νεολιθικός οικισμός της Κουτρουλού Μαγούλας στη Φθιώτιδα, αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα ποικίλης μεθοδολογίας και συνεργατικότητας, στην προσπάθεια των επιστημόνων να μελετήσουν τις αρχαιολογικές μαρτυρίες και να ανασυνθέσουν όσο το δυνατόν διαυγέστερα την εικόνα του βίου αλλά και του περιβάλλοντος των αρχαίων κοινωνιών, τα ίχνη των οποίων χάνονται στην αχλή του χρόνου.




  

Βιβλιογραφία

 

·       Κοντράρου-Ρασσιά, Ν., (2014). Αυλητρίδα 7.500 ετών στο «τοπ 10» των περσινών ανασκαφών, Ελευθεροτυπία, 07/01/2014, Πρόσβαση: 09/01/2018, διαθέσιμο στο: http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=408188.

·       Κυπαρίσση-Αποστολίκα, Ν. και Χαμηλάκης, Γ. (2015). Αρχαιολογική και εθνογραφική έρευνα στη θέση Κουτρουλού Μαγούλα Φθιώτιδας 2009-2012. Στο «Αρχαιολογικό 'Εργο Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας 4» (2012), Τόμος ΙΙ. Βόλος: Υπουργείο Πολιτισμού-Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Σσ, 969-978.

·       Μάρκου, Ελ., (2013). Τα ξεχωριστά ειδώλια στην Κουτρουλού Μαγούλα. Μια νεολιθική θέση ιδιαίτερης σημασίας. 01/03/2013, Πρόσβαση: 09/01/2018, διαθέσιμο στο: http://www.archaiologia.gr/blog/2013/03/01/τα-ξεχωριστά-ειδώλια-στην-κουτρουλού/.

·       Παπαδόπουλος, Κ., Κυπαρίσση-Αποστολίκα, Ν. και Χαμηλάκης, Γ., (2015). Ψηφιακή σάρωση, φωτογραμμετρία, και ψηφιακές αναπαραστάσεις: Η περίπτωση της Κουτρουλού Μαγούλας. Σ.σ. 979-988, στο ΑΕΘΣΕ, 4 (2012). Τόμος ΙΙ. Βόλος: ΥΠΠΘ και Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.

·       Renfrew C. & Bahn P., (2013). Αρχαιολογία, Θεωρίες, Μεθοδολογία και Πρακτικές εφαρμογές, Ινστιτούτο του βιβλίου - Α. Καρδαμίτσα, έκδ. 3η, Αθήνα.

  • Σμπόνιας, Κωνσταντίνος, (2003). Οι μέθοδοι ταξινόμησης και ανάλυσης της αρχαιολογικής ερμηνείας, στο Αρχαιολογία στον Ελληνικό χώρο, Ιστορική διαδρομή της Αρχαιολογίας. Ορισμός, Αντικείμενο, Βασικές Αρχές, Κλάδοι και Προβληματική, Πάτρα, Ε.Α.Π., σελ. 181-243.
  • Hamilakis, Yannis and Kyparissi-Apostolika, Nina (2012) Koutroulou Magoula in central Greece: from the neolithic to the present. Antiquity, Πρόσβαση: 9/1/2018, στο: http://www.antiquity.ac.uk/projgall/hamilakis333/


ΕΛΠ42 - - Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο - 2η, 2017-2018.


*Δημήτρης Β. Καρέλης



Συγγραφέας -Αρθρογράφος - Πολιτισμολόγος,

Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό

της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.

Copyright © 2022 - All Rights Reserved 


#buttons=(Ok, Go it!) #days=(20)

Our website uses cookies to enhance your experience. Learn more
Ok, Go it!